Μεσημέρι πλέων και φτάνω σε κομβική διασταύρωση με τον
QL28 όπου θα φτάσω και στον προορισμό μου. Στάση εδώ σε καφέ που έχει ιντερνέτ να μιλήσω με Μόνικα. 118 χιλ έχω μέχρι την πόλη
Παν Θιετ, είναι μεσημέρι πίνω καφεδάκι, και τσιμπώ ένα σνακ λέγοντας στην Μόνικα πριν νυχτώσει θα είμαι εκεί. Δεν ανοίγω GPS (η σιγουριά με έφαγε) αφού ένας δρόμος και μόνο είναι, θα το ανοίξω για να βρω το ξενοδοχείο όταν φτάσω.
Ξεκινώ λοιπόν με τον
QL28 τάπα για να φτάσω όσο ποιο γρήγορα γίνεται. Η διαδρομή τα σπάει..
Κινούμε παράλληλα με τον ποταμό
Dong Nai..
Έχω γράψει 50χιλ περίπου και λέω ότι κάποια στιγμή πρέπει να δω θάλασσα. Στάση για ξελάφρωμα..
Ξανά ο ποταμός..
Ο
QL28 τέλεια διαδρομή..
Αφού δεν βλέπω θάλασσα ακόμη, έχω γράψει 80χιλ και μόνο ποτάμι βλέπω με ζώνουν τα φίδια και σταματώ. Ανοίγω GPS και εννοείται την έκατσα. Αναστροφή έλεγε!!! Έχω πάρει τον δρόμο από την ανάποδη πλευρά προς
Καμπότζη!!! Να κάνω πίσω τώρα θέλω 200χιλ για να φτάσω στην Μόνικα. Λίγο πριν πέσει η νύχτα η λύση είναι να κάνω άλλα 20χιλ που βλέπω στον χάρτη ότι υπάρχει πόλη να ψάξω για διανυκτέρευση.
Μπράβο Πάνο την έκανες την βλακεία σου.. Τελευταίες φωτώ και έφυγα για την πόλη
Dak Nok.
Μπαίνω στην πόλη, αν πρέπει να την πω πόλη, παράγκες τα πάντα χωριό θα έλεγα και ο μόνος τουρίστας εγώ. Βλέπω ένα καφέ και σταματώ να ρωτήσω για ύπνο. Δεν ήξεραν αγγλικά και συνεννοούμαι με την νοηματική. Κατάλαβαν και βγαίνει μια κοπέλα μαζί μου και μου δείχνει εδώ δίπλα μια παράγκα για ξενοδοχείο. Απόρησα και την ξανά ρώτησα, μέχρι που πήγε μαζί μου.
Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι ήταν οι ιδιοκτήτες και τους εξηγεί η κοπέλα ότι θέλω δωμάτιο. Εντωμεταξύ κότες και διάφορα πουλερικά κανανε τις βόλτες τους. Πληρώνω 9 ευρώ βάζω το μηχανάκι μέσα από συρόμενη μεταλλική πόρτα με τις κότες να παίζουν τον ρόλο του φύλακα. Με τον παππού μπροστά διασχίζουμε έναν τσιμεντένιο διάδρομο με τσίγκο από πάνω για σκεπή. Ένα κλειδί λουκέτου άνοιγε η μεταλλική πόρτα με τζάμι για το δωμάτιο.
Έπαθα σοκ!!! Τρία παραθυράκια πάνω ψηλά στον τοίχο που δεν έκλειναν και ότι πετούσε ήταν είδη μέσα. Ο παππούς μου δείχνει την τηλεόραση και το θεωρούσε επίτευγμα τεχνολογικό και γελούσε αποκαλύπτοντας το ένα μοναδικό δόντι που του είχε μείνει..Ήταν η παλιά κλασική ασπρόμαυρη, όπου ήταν όλη η πίσω πλευρά με το έπιπλο μαζί τίγκα στον ιστό αράχνης!! Δεν ήταν στην πρίζα και δεν είχα σκοπό να την βάλω μπροστά γιατί θα μύριζε σαν καμένο μαλλί της γριάς με τόσο ιστό αράχνης.
Τρία κρεβάτια ενωμένα από τοίχο με τοίχο χωρίς χώρο ανάμεσα καθόλου. Έπρεπε να κάνεις σάλτο στο κρεβάτι για να κοιμηθείς. Σεντόνια; Καλά τσαλακωμένα εννοείτε βρώμικα και χρησιμοποιημένα. Θα κοιμηθώ με τα ρούχα απόψε. Ακούω να τρέχουν νερά από το μπάνιο. Πάω δεν είχε πόρτα παρά μόνο ένα σεντόνι που έπαιζε τον ρόλο αυτόν. Έτρεχε η βρύση αλλά το σιφόνι κατέληγε σε έναν κουβά που γέμισε και έτρεχε στο πάτωμα. Ντους; Χαχαχα.. ένα πλαστικό βαρέλι με λεκανακι μέσα για να κάνεις μπάνιο. Μούχλα παντού. Καθρέφτης δεν υπάρχει ούτε για δείγμα.
Λέω μια νύχτα είναι θα περάσει. Καταφέρνω να μιλήσω με Μόνικα που είχε ανησυχήσει και της εξηγώ την βλακεία μου. Τα λέμε αύριο.. Βγαίνω έξω και πάω στο καφέ που ρώτησα για να φάω κάτι. Δεν είχε τίποτα, αλλά μου έκαναν μια ομελέτα να ξεχάσω την πείνα μου. Επιστρέφω είμαι πτώμα και λέω να την πέσω. Μόνο παπούτσια έβγαλα. Που να κοιμηθώ τώρα που αρχίζει να βρέχει και κάνει απίστευτο θόρυβο η βροχή στον τσίγκο. Μια ακρίδα αποφάσισε να προσγειωθεί στο κεφάλι μου, και τα κουνούπια έκαναν πάρτι!!!