Ronda Ibérica

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Συνέχισα την βόλτα μου παράλληλα με τον ποταμό Γουαδαλκιβίρ. Πέρασα από το Παλάτι του Σαν Τέλμο που τα σχέδια και τα χρώματα των τοίχων του τραβάνε το μάτι· αργότερα διάβασα ότι η κατασκευή του κτιρίου ξεκίνησε σε ακίνητο που άνηκε στο δικαστήριο του Ιερού Γραφείου, το ίδρυμα που ήταν υπεύθυνο για την Ισπανική Ιερά Εξέταση.







Λίγο πιο κάτω συνάντησα τον δωδεκάγωνο στρατιωτικό πύργο Τόρρε ντελ Όρο. Torre del Oro στα Ισπανικά σημαίνει Χρυσός Πύργος και υπάρχουν διάφοροι θρύλοι για το πώς προήρθε η ονομασία αυτή· ένας υποστηρίζει ότι προέρχεται από τη χρυσή αντανάκλασή του στα νερά του Γουαδαλκιβίρ λόγω των υλικών κατασκευής του, άλλος ότι εκεί αποθήκευαν χρυσάφι και ασήμι και ούτω καθεξής. Ο λόγος κατασκευής του ήταν για να ελέγχει την πρόσβαση στη Σεβίλλη μέσω του ποταμού Γουαδαλκιβίρ. Ο θρύλος λέει ότι για να εμποδίζεται η πρόσβαση στο λιμάνι υπήρχε μια βαριά αλυσίδα από τη βάση του πύργου μέχρι έναν άλλο πύργο στην απέναντι πλευρά του ποταμού· ιστορικά όμως δεν στέκει. Επίσης, στον Μεσαίωνα χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή. Σήμερα είναι ναυτικό μουσείο.



Από την άλλη πλευρά του Γουαδαλκιβίρ, σε απόσταση 1,5 χλμ περίπου, ξεχωρίζει έντονα από το ύψος και το στυλ του, κι ένας άλλος, σύγχρονος πύργος, το Centro Comercial Torre Sevilla, μεγάλο εμπορικό κέντρο, που κάνει μία – ίσως ενδιαφέρουσα – οπτική αντίθεση μεταξύ παλιού και μοντέρνου.



Η Σεβίλλη, και όλη η Ανδαλουσία, μου άφησαν τις καλύτερες εντυπώσεις· αποχαιρετώ προσωρινά την Ισπανία για να κατευθυνθώ δυτικά, στην Πορτογαλία. Εκεί, αφού περάσω τις επόμενες 5 μέρες διασχίζοντας την δυτική χώρα από νότο προς βορρά, θα ξαναμπώ Ισπανία, θα στραφώ ανατολικά, και απ τα βόρεια παράλιά της θ αρχίσει το κλείσιμο του κύκλου της Ιβηρικής χερσονήσου.



Σε απόσταση 140 χιλιομέτρων από τη Σεβίλλη έφτασα στα σύνορα Ισπανίας Πορτογαλίας· με το που τα πέρασα έπρεπε να εγγραφώ στο σύστημα διοδίων της Πορτογαλίας. Η εγγραφή γινόταν σ ένα μηχάνημα που δεν υπήρχε υπάλληλος, ουσιαστικά το μηχάνημα φωτογραφίζει την πινακίδα σου, εσύ καταχωρείς την τραπεζική σου κάρτα και γίνεται η σύνδεση πινακίδας – κάρτας οπότε όταν περνάς διόδια η κάμερα σκανάρει την πινακίδα και χρεώνει αυτόματα την κάρτα που έχεις καταχωρήσει. Η χρέωση για την εγγραφή είναι ένα μικροποσό (κάτω από 1€) αλλά το μηχάνημα δέχεται μόνο πιστωτική κάρτα, εγώ έχω μόνο χρεωστική· αφού πάτησα το κουμπί με την ένδειξη «βοήθεια» και μίλησαμε με έναν υπάλληλο από το θυροτηλέφωνο ενημερώθηκα ότι μπορώ να κάνω εγγραφή από οποιονδήποτε σταθμό διοδίων, έπρεπε όμως να το κάνω σχετικά σύντομα, μέσα σε μιά δυό μέρες. Πράγματι, στα διόδια λίγο παρακάτω έκανα εγγραφή καταχωρώντας μια ηλεκτρονική προπληρωμένη κάρτα που έχω για τέτοιες περιπτώσεις. Βολικό σύστημα από τη μία, από την άλλη δεν ισχύει για όλους τους αυτοκινητόδρομους της Πορτογαλίας.
Σε 60 χλμ από τα σύνορα έφτασα στη νοτιότερη πόλη της Πορτογαλίας, το Φάρο· αφού τακτοποιήθηκα στο ξενοδοχείο, πήρα τη μηχανή και κάνοντας 15 χλμ ήμουν στο κέντρο του Φάρο θέλοντας να το δω λίγο αλλά και να φάω κάτι. Έκανα μια βόλτα πεζός, δεν του βρήκα κάτι ιδιαίτερο. Αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν το παρεκκλήσι Capela dos Ossos (παρεκκλήσι των οστών) το οποίο βρίσκεται πίσω από την καθολική εκκλησία Carmo. Όλες οι επιφάνειες σ αυτό το μακάβριο παρεκκλήσι – οστεοφυλάκιο (τοίχοι, ταβάνι, κολόνες, βωμός – όλα) είναι καλυμμένες με νεκροκεφαλές και οστά από 1250 σκελετούς που ξεθάφτηκαν το 1816 από τα υπερπλήρη νεκροταφεία του Φάρο· τα οστά αυτά ανήκουν στους μοναχούς που είχαν υπηρετήσει στην εκκλησία του Carmo. Πάνω απ την είσοδο του παρεκκλησιού υπάρχει μια επιγραφή που λέει στα πορτογαλικά: «Σταμάτα εδώ και σκέψου ότι θα φτάσεις κι εσύ σ αυτή την κατάσταση». Δυστυχώς εκείνη την ώρα η εκκλησία ήταν κλειστή οπότε στάθηκα λίγο στον προαύλιο χώρο με το όμορφο ψηφιδωτό δάπεδο κι έφυγα.



Έκατσα για φαγητό σ ένα μαγαζί με τοστ, ομελέτες, και μερικά κρεατικά. Οι μερίδες ήταν πολύ μικρές κι έτσι χρειάστηκε να παραγγείλω και δεύτερη φορά· αφού κατάφερα να κορέσω την πείνα μου γύρισα στο ξενοδοχείο και προσγειώθηκα στο κρεβάτι.
 
Τελευταία επεξεργασία:

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 13, 20 Απριλίου 2023. Φάρο – Ακρωτήριο Σάγκρες – Ακρωτήριο St. Vincent – Λισαβόνα.


Στο ερώτημα «βουνό ή θάλασσα;» η απάντηση είναι σίγουρη: Θάλασσα. Και εκτός από την Ίδια, μ αρέσουν επίσης πολλά απο εκείνα που σχετίζονται μ Αυτή. Ακρωτήρια και άκρες, κάβοι και καβάκια, πούντες, κεφαλές· οι μύτες, τα τέρματα, τα ακρότατα σημεία, οι ακρογωνίες. Εκεί συχνά συναντάμε μία άρρηκτα συνδεδεμένη με την θάλασσα ανθρώπινη κατασκευή, τον φάρο· ορθώνεται στην εσχατιά της ερημιάς σιωπηλός κι αγέρωχος, μοναχικός κι απόμακρος, πάντα βάρδια νυχτερινή, για να καθοδηγεί με τις φωτεινές αναλαμπές που εκπέμπει ναυτικούς και πλοία. Μ αρέσουν αυτά τα απόκοσμα σημεία.

Έτσι λοιπόν σήμερα το πρωί ξεκίνησα για το ακρωτήριο του Σάγκρες (Sagres Point), 125 χλμ απόσταση από το Φάρο. Το επάνω μέρος του ακρωτηρίου είναι επίπεδο και οι ακτές που το πλαισιώνουν ψηλές κι απόκρημνες, έτσι κοιτώντας το από μακριά μοιάζει περισσότερο με πελώρια εξέδρα παρά με βουνό. Ο δρόμος σταματάει στην είσοδο του φρουρίου του 16ου αιώνα το οποίο καθώς βρίσκεται στο κέντρο του ακρωτηρίου ουσιαστικά φράζει την πρόσβαση προς το άλλο μισό ακρωτήρι που βρίσκεται ο φάρος και η κατακόρυφη ακτή του. Επειδή δεν είχα πρόθεση να πληρώσω για να μπω στο φρούριο πήγα με τα πόδια λίγα μέτρα παραπέρα στην τοποθεσία Mirante de Sagres, που στα πορτογαλικά σημαίνει κάτι σαν “πανόραμα του Σάγκρες”.

Βόρειος Ατλαντικός Ωκεανός· πρώτη φορά αντικρίζω ωκεανό. Η βασική διαφορά που πρόσεξα σε σχέση με την θάλασσα ήταν τα κύματα. Μου φάνηκαν ομοιόμορφα, ίδιο πλάτος και μήκος το ένα με το άλλο, με συμμετρική περιοδικότητα και συχνότητα στο ταξίδεμά τους, με το καθένα να φαίνεται σαν μια ίσια και συνεχόμενη γραμμή, με μεγάλη διασπορά όταν απλώνονταν αφρισμένα στην ακτή. Κύματα που έρχονται από μακριά, απ την απεραντοσύνη του ωκεανού· απέναντι, σε μια νοητή ευθεία 5500 χλμ βρίσκεται η Αμερική.

Κοίταγα κάποιους σέρφερς να προσπαθούν να πιάσουν ένα καλό κύμα για να το καβαλήσουν, χάζευα τους γκρεμούς, δεχόμουν με ευχαρίστηση τον αέρα και αγνάντευα το απέναντι ακρωτήρι του Αγίου Βικεντίου (Cape St. Vincent) το οποίο θα επισκεφτώ σε λίγο.



















 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Το ακρωτήρι του St. Vincent μοιάζει πολύ μορφολογικά με το ακρωτήρι του Sagres· είναι κι αυτό επίπεδο στο πάνω μέρος του με τον φάρο στην άκρη του και ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Από το 1337 ως το 1833 έχουν καταγραφεί αρκετές ναυμαχίες κοντά στο ακρωτήριο αυτό.

















Από εδώ ξεκινάει ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά παράκτια μονοπάτια μεγάλης απόστασης – European long distance paths ή European Coastal Path (E-paths) – το Ε9, το οποίο έχει μήκος 5000 χλμ και τερματίζει στην Εσθονία περνώντας από 12 χώρες· χρειάζονται περίπου 30 μέρες για να ολοκληρωθεί.

Στο πάρκινγκ του φάρου του St. Vincent γνώρισα κι ένα ζευγάρι εξηνταπεντάρηδων Βρετανών με ένα Honda Africa Twin 1000 ή 1100. Ήταν συνταξιούχοι και κάνανε πολλά ταξίδια με την μηχανή. Το καλοκαίρι θα έκαναν ένα ταξίδι 5 εβδομάδων σε Ιταλία, Ελλάδα και Τουρκία· στην Ελλάδα θα επικεντρωνόντουσαν στην Πελοπόννησο με πολλά απ τα χιλιόμετρά τους να είναι χωμάτινα. Αφού είπαμε για τα ταξίδια μας μιλήσαμε και για τις μηχανές μας· με ρώτησε αν το Moto Guzzi έχει βγάλει κάποιο πρόβλημα, του απάντησα πως μέχρι στιγμής είναι μια χαρά. Ως Βρετανός, είχε λίγο πομπώδες – στομφώδες ύφος, το οποίο μ έκανε να θέλω να τον πειράξω λιγάκι. Ρίχνω μια λοξή ματιά στην Africa προσπαθώντας να δείχνω σοβαρός και τον ρωτάω: «It’s a troublemaker?» σε ελεύθερη μετάφραση «βγάζει προβλήματα;»· ο μπαγάσας με κατάλαβε απο τα μάτια μου που γέλαγαν, οπότε σκάει ένα χαμόγελο μέχρι τ αυτιά, και με μάτια που έλαμπαν μου δίνει με καμάρι την πληρωμένη απάντηση: «Naaah, it’s a Honda! what can go wrong?» «Μπααα, είναι Honda! τί μπορεί να πάει στραβά;» ανασηκώνοντας ταυτόχρονα τους ώμους. Γελάσαμε, χαιρετηθήκαμε, ανεβήκαμε στις μηχανές μας και ξεκίνησα για τα 340 χλμ ως τη Λισαβόνα όπου θα διανυκτέρευα τα επόμενα δύο βράδια· έφτασα αργά το απόγευμα, μπανάκι, μαμ και νάνι.

 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 14, 21 Απριλίου 2023. Λισαβόνα.

Το διάστημα αλλαγής λαδιών του v85tt είναι τα 10000 χλμ. Πριν το ταξίδι, μετά το σέρβις έκανα περίπου 1000 χλμ. Οι υπολογισμοί μου έλεγαν ότι το ταξίδι θα έβγαινε 7000 - 9000 χλμ, θέλοντας όμως να είμαι ξένοιαστος – αλλά και να του δώσω μια ανάσα – είχα αποφασίσει να αλλάξω λάδια και φίλτρο λαδιού κάπου στην μέση της διαδρομής. Όπως αποδείχτηκε αργότερα έπραξα σωστά, αφού η απρογραμμάτιστη επιστροφή οδικώς πρόσθεσε άλλα 2300 χλμ περίπου στο κοντέρ, ανεβάζοντας έτσι τα συνολικά διανυθέντα χιλιόμετρα του ταξιδιού σε 10603· θα μου πεις, «δεν έγινε και κάτι αν έκανες 1600 χλμ παραπάνω με το ίδιο λάδι, έτσι κι αλλιώς αφού συμπληρώνεις, το λάδι ψιλοανανεώνεται», ναί, αλλά θα μ έτρωγε. Κάτι ακόμα που έπρεπε να διευθετήσω ήταν το πλύσιμο των ρούχων· τα εσώρουχα που είχα πάρει επαρκούσαν για τις 26 μέρες που θα διαρκούσε το ταξίδι, τα ρούχα όμως που φόραγα καθημερινά εκτός οδήγησης – πού πολλές φορές εκτελούσαν και χρέη πιτζάμας – είχαν αρχίσει να θέλουν το φρεσκαρισματάκι τους..

Το πλάνο που είχα για την σημερινή μέρα ήταν έως το μεσημέρι να έχω ξεμπερδέψει με την αλλαγή λαδιών και το πλύσιμο των ρούχων, και την υπόλοιπη μέρα να περπατήσω στη Λισαβόνα· ο καιρός όμως είχε άλλα σχέδια..
Ξεκίνησα το πρωί με βροχή για το συνεργείο. Τους είχα στείλει email 5 μέρες πριν ενημερώνοντάς τους πως βρίσκομαι σε ταξίδι και ζητώντας τους, εάν είναι εφικτό, να αλλάξουν τα λάδια και το φίλτρο επί τόπου, όπως και έγινε· πήγα το μηχανάκι εκεί και μετά από μία ώρα περίπου ήταν έτοιμο. Επειδή μου έχει τύχει στο παρελθόν να βάλουν μέσα περισσότερη ποσότητα λαδιού απ όσο πρέπει, παραλαμβάνοντάς το τσέκαρα την στάθμη· όλα καλά. Τα λάδια που έβαλαν ήταν άλλη μάρκα απ αυτή που είχε το μηχανάκι μέσα, το αναφέρω γιατί δεν ξέρω αν ήταν αυτό που έπαιξε ρόλο για την ελαφρώς τσιμπημένη τιμή σε σχέση με Ελλάδα· με ΦΠΑ 23% στην Πορτογαλία, αντί του 24% που έχουμε στην Ελλάδα.

Με τον κινητήρα μαλακωμένο και γουργουριστό πήγα σ ένα πλυντήριο – στεγνωτήριο, απ αυτά που παίρνουν κέρματα ή χαρτονομίσματα, και μετά από μιάμιση ώρα είχα καθαρά ρούχα. Η ώρα είχε πάει 13:30, η βροχή συνέχιζε να πέφτει απ το πρωί με σταθερό ρυθμό, οπότε οι επιλογές που σκέφτηκα ήτανε δύο.. ή μάλλον τρεις· η πρώτη, να περπατήσω στη Λισαβόνα φορώντας τ αδιάβροχα, η δεύτερη, αγοράζοντας μιά ομπρέλα, και η τρίτη.. ν αράξω στο δωμάτιο. Η τρίτη επιλογή μου φάνηκε πιό δελεαστική. Απ το πλυντήριο που βρισκόμουν φόρεσα τ αδιάβροχα και μετά από σχεδόν 30 χλμ έφτασα στο προάστιο που βρίσκεται το ξενοδοχείο. Το απόγευμα η βροχή σταμάτησε και βγήκε ήλιος, σκέφτηκα να ξαναπάω στη Λισαβόνα για να τη δω, το σώμα όμως διαμαρτυρήθηκε μ αυτή τη σκέψη και με λίγες τύψεις είν η αλήθεια αποφάσισα να μην πάω πουθενά.

Το προηγούμενο βράδυ είχα φάει σ ένα εστιατόριο κοντά στο ξενοδοχείο και συνέβη το εξής· μαζί με το κυρίως πιάτο παρήγγειλα και μιά σαλάτα, επειδή όμως πολλές φορές δεν ήξερα ακριβώς (ή και καθόλου) τί παράγγελνα, η σαλάτα που ήρθε – εκτός από ζαρζαβατικά (ντομάτα, αγγούρι κτλ) – είχε μέσα και φρούτα (πεπόνι, μήλο και άλλα). Η σαλάτα ήρθε πριν το κυρίως πιάτο, η πείνα μου μεγάλη, ξεκίνησα να την τρώω, στην αρχή σκέφτηκα «καλή είναι, τρώγεται» όσο όμως την έτρωγα άρχισε να μη μ αρέσει, στο τέλος αηδίασα. Πήρα λοιπόν με στραβό μάτι το συγκεκριμένο εστιατόριο και σήμερα το βράδυ που βγήκα για φαγητό, πάλι σε ακτίνα περπατήματος από το ξενοδοχείο, είπα να δοκιμάσω μεξικάνικο. Έφαγα νάτσος και τάκος, μου άρεσαν τόσο πολύ που παρήγγειλα και δεύτερη φορά· δεν θυμάμαι άν έχω ξαναφάει μεξικάνικο στο παρελθόν, ίσως χρόνια πριν, αλλά το συγκεκριμένο το κατευχαριστήθηκα!
 
Τελευταία επεξεργασία:

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 15, 22 Απριλίου 2023. Λισαβόνα – Cabo da Roca – Κασκαΐς – Λισαβόνα – Ναζαρέ – Πόρτο.

Ξημέρωσε μιά λαμπρή και καθαρή μέρα, ήλιος με ιδανική, ανοιξιάτικη θερμοκρασία· ήθελα να ρεφάρω κάπως τη χασούρα της χθεσινής μέρας, δηλαδή το ότι ο καιρός δεν μου επέτρεψε να δω τη Λισαβόνα, έτσι, κάνοντας κοπτοραπτική και τροποποιήσεις στο σημερινό πλάνο, κατάφερα να εξασφαλίσω μιάμιση – δυό ώρες για να πάρω μιά γεύση από την πρωτεύουσα της Πορτογαλίας.
Ξύπνησα νωρίς, τον πρώτο σημερινό προορισμό τον είχα σε προτεραιότητα, τον περίμενα εδώ και καιρό, και δεν υπήρχε περίπτωση να τον θυσιάσω για τίποτ άλλο.
Κατά τις 09:00, μόλις 23 χλμ απ το ξενοδοχείο, βρισκόμουν στο δυτικότερο σημείο της ηπειρωτικής Ευρώπης, το ακρωτήριο Cabo da Roca. Σταμάτησα πρώτα στο συγκρότημα του φάρου που άρχισε να λειτουργεί το 1772· τριγύρω του υπάρχουν κι άλλα κτίρια τα οποία χρησίμευαν για την στέγαση της ομάδας συντήρησης, την παραγωγή ασετυλίνης, και την αποθήκευση υλικών. Μόλις το 1980 ήρθε το ηλεκτρικό ρεύμα στην περιοχή, και μέχρι το 1990 ο φάρος είχε αυτοματοποιηθεί. Το ύψος του είναι 22 μέτρα.













Το Cabo da Roca υψώνεται 140 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας· στην άκρη του ακρωτηρίου υπάρχει μία πέτρινη στήλη με έναν σταυρό στην κορυφή της, και μιά μαρμάρινη πλάκα στο μπροστινό της μέρος που γράφει το όνομα του ακρωτηρίου, το γεωγραφικό πλάτος και μήκος, το ύψος, και κάποιες άλλες πληροφορίες. Το σημείο είναι άγριο και η θέα προκαλεί δέος· τα απόκρημνα βράχια, τα αφρισμένα νερά, ο ήχος των κυμάτων που σκάνε στην ακτή, το σφύριγμα του αέρα, ο γραφικός φάρος, ο απέραντος Ατλαντικός, συνθέτουν ένα υποβλητικό τοπίο που σε καθηλώνει· το δυτικότερο σημείο, «η άκρη του κόσμου» όπως την έλεγαν..
Κάθισα κάμποση ώρα ρουφώντας εικόνες, μυρωδιές και ήχους· πόσο μ αρέσουν σημεία σαν κι αυτό!









Το μέρος είναι πολύ τουριστικό· ήμουν τυχερός που πήγα νωρίς και το απόλαυσα με ησυχία, όταν έφευγα άρχισε να γίνεται ο κακός χαμός από πούλμαν και χαρούμενες πολύγλωσσες φωνές. Στην επιστροφή πέτυχα και μιά μεγάλη - παρέα ήταν; λέσχη; - GSάκηδων οι οποίοι πηγαίναν προς το ακρωτήρι.. ξύνοντας κύλινδρα· το αριστερό μου χέρι παρέμεινε προτεταμένο στα δευτερόλεπτα που διασταυρωθήκαμε, κι απ το αντίθετο ρεύμα ένας ένας σήκωνε και ξανακατέβαζε το δικό του.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Επιστρέφοντας στη Λισαβόνα έκανα μιά στάση στο Κασκαΐς που ήταν στον δρόμο μου. Είναι μιά όμορφη παραθαλάσσια τουριστική πόλη με πολλές παραλίες· μερικές από αυτές είναι πολύ αγαπητές στους σέρφερς. Απ ό,τι διάβασα είναι από τις πλουσιότερες πόλεις τόσο στην Πορτογαλία, όσο και σ ολόκληρη την Ιβηρική χερσόνησο· το κόστος διαβίωσης είναι υψηλό, το ίδιο και των ακινήτων. Συγκαταλέγεται στις πόλεις που παρέχουν καλή ποιότητα ζωής.
Σταμάτησα στον πεζόδρομο της κεντρικής παραλίας με το όμορφο ψηφιδωτό δάπεδο. Τα ψηφιδωτά δάπεδα των πεζοδρομίων και των ανοιχτών χώρων είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό πολλών πόλεων της Πορτογαλίας και αποτελούν μέρος της ταυτότητάς της· οι ψηφίδες είναι μικρά άσπρα και μαύρα βότσαλα ή πλακίδια που απεικονίζουν διάφορα μοτίβα σχημάτων, κυρίως κυματοειδή.







Σ ένα απ τα παγκάκια της παραλίας καθότανε μιά όμορφη ξανθούλα και δίπλα της μιά κυρία μεγαλύτερης ηλικίας· ήταν και οι δύο πολύ περιποιημένες και δεν φαινόντουσαν για ντόπιες, δείχναν όμως να έχουν μία εξοικείωση με το μέρος. Ζήτησα από την μικρότερη να με βγάλει μιά φωτογραφία, εκείνη δείχνοντας ζήλο με έβγαλε πολλές, με ρώτησε από πού είμαι, πού πάω κτλ· ρωτώντας τη κι εγώ με τη σειρά μου, μου είπε ότι είναι από την Ουκρανία. Μίλαγε καλά αγγλικά και φαινόταν άνθρωπος με αγωγή. Περίπου 14 μήνες πριν ξεκίνησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ετοιμαζόμουν να την ρωτήσω για την κατάσταση της χώρας, σκέφτηκα όμως ότι μπορεί να την φέρω σε δύσκολη θέση καθώς η ίδια και η κυρία που καθόταν μαζί της στο παγκάκι φαίνονταν εύπορες και ίσως με το που ξεκίνησε η εισβολή να την έκαναν μ ελαφρά πηδηματάκια· έτσι, ευχαριστώντας τη για τις φωτογραφίες την αποχαιρέτησα και συνέχισα τη βόλτα μου μπροστά απ το δημαρχείο και στα γύρω στενά.





 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μετά από 1 ώρα και 30 χλμ έφτασα στο ιστορικό κέντρο της Λισαβόνας και πάρκαρα τη μηχανή σε ένα ψηλό πανόραμα, το Miradouro da Senhora do Monte, που είναι ένα πανέμορφο μπαλκόνι με εξαιρετική θέα προς το μεγαλύτερο μέρος της Λισαβόνας· χαζεύοντας την θέα και τραβώντας μερικές φωτογραφίες ξεχώρισα το κάστρο του Αγίου Γεωργίου, το μοναστήρι Graça, τη γέφυρα της 25ης Απριλίου, και το ιερό του Χριστού βασιλέως. Η παλιά πόλη της Λισαβόνας χαρακτηρίζεται από στενούς, πάρα πολύ απότομους, με πολύ κλειστές στροφές ανηφορικούς και κατηφορικούς δρόμους· οι μόνιμοι κάτοικοι εξυπηρετούνται από 3 τελεφερίκ και ένα ασανσέρ. Ως εκ τούτου, και με δεδομένη την δυσκολία εύρεσης πάρκινγκ, η πρόσβαση των τουριστών στο συγκεκριμένο πανόραμα που βρισκόμουν γίνεται κυρίως με τα τρίκυκλα μοτοταξί, γνωστά και ως tuk-tuk.













Ξεκίνησα να κατηφορίζω τους πλακόστρωτους δρόμους του ιστορικού κέντρου πεζός για να δω την πόλη από μέσα· δεν κατευθυνόμουν κάπου συγκεκριμένα, κοίταγα ολόγυρα κι όπου μ άρεσε πήγαινα. Αφού κατηφόρισα αρκετά, και με την σκέψη ότι «ωραία η κατηφόρα, αλλά στην επιστροφή για να πάρω την μηχανή όλο αυτό θα γίνει ανηφόρα..» βρέθηκα σε δύο ακόμα πανοράματα που βρίσκονταν πιο χαμηλά και ήταν δίπλα δίπλα, το Miradouro de Santa Luzia και το Miradouro das Portas do Sol· ωραία θέα κι από δω, αλλά το άλλο πανόραμα, στα ψηλά, εκεί που χα αφήσει την μηχανή, μ άρεσε περισσότερο.













Οι απανταχού πλακοστρωμένοι δρόμοι του κέντρου, τα παραδοσιακά σπίτια με τα ανοιχτά μπλε, ροζ, κίτρινα και άλλα χρώματα, ή με τα διακοσμητικά πλακάκια στις προσόψεις τους, τα χαρακτηριστικά κίτρινα τραμ, ο αυξημένος τουρισμός, ήταν μερικά από αυτά που μου μείνανε στη μιάμιση ώρα περίπου που διήρκεσε η επίσκεψή μου στη Λισαβόνα.































Αφού ανέβηκα τις τεράστιες ανηφόρες μεγάλης κλίσης για να πάρω τη μηχανή, κι αφού είδα κι απόειδα να ξεμπλέξω απ το κέντρο, ξεκίνησα για τα περίπου 130 χλμ ως τη Ναζαρέ, ανακουφισμένος από το αεράκι που με δρόσιζε ευχάριστα μετά την κάψα των ανήφορων.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Η Ναζαρέ είναι μιά πολύ τουριστική παραθαλάσσια πόλη που προσελκύει πολλούς σέρφερς λόγω των τεράστιων κυμάτων που έρχονται από τον Ατλαντικό. Μετά από μιά ολιγόλεπτη στάση στην μεγάλη, κεντρική και αμμώδη παραλία η οποία ήταν μποτιλιαρισμένη από πούλμαν, αυτοκίνητα και τουρίστες, ανέβηκα στη μηχανή και μετά από δυόμισι χλμ, περνώντας μέσα από το εσωτερικό της πόλης, έφτασα στο πανόραμα που βρίσκεται στην υπερυψωμένη άκρη της κεντρικής παραλίας.





Από δω φαίνεται η κεντρική παραλία και πίσω της η πόλη της Ναζαρέ σ όλη τους την έκταση. Βασικά ο στόχος μου δεν ήταν το πανόραμα, αλλά ο φάρος που βρίσκεται στην μύτη της άκρης· για να τον προσεγγίσεις αφήνεις το όχημα εδώ και περπατάς 1 χλμ.











Αρκετός κόσμος κατευθυνόταν προς τον φάρο· αριστερά του δρόμου κατηφόριζαν απότομοι γκρεμοί προς τη θάλασσα, δεξιά, εκτεινόταν μία άλλη μεγάλη αμμουδερή παραλία που υποδεχόταν καρτερικά τα απλωμένα και αφρισμένα κύματα του ωκεανού καθώς η καμπυλότητα της ακτογραμμής της εισχωρούσε στη θάλασσα και έτσι ήταν αρκετά εκτεθειμένη στον καιρό. Για να μπεις στον φάρο έπρεπε να πληρώσεις εισιτήριο, δεν είχα την πρόθεση, έκατσα λίγο θαυμάζοντας την απέραντη υδάτινη μάζα που ασήμωνε ο ήλιος του απομεσήμερου, και απόλαυσα τον μπάτη που έφερνε στη στεριά την ευωδιά της θάλασσας, η οποία έφτανε στα ρουθούνια αναμεμειγμένη με μυρωδιές ανοιξιάτικων θάμνων και αγριολούλουδων· εικόνα και μυρωδιές.. άλλο πράμα!



Αυτός ο κερατάς δεν ξέρω τι ρόλο βαράει









Σε 200 χλμ βρισκόμουν στο ξενοδοχείο κοντά στο Πόρτο οπού και θα διανυκτέρευα σήμερα· αφού τακτοποιήθηκα, πήρα ξανά τη μηχανή για να πάω μέσα στο Πόρτο που απείχε 30 χλμ για να φάω κάτι. Κατά τις 21:00 που έφτασα είχε νυχτώσει, έκανα μιά περατζάδα με την μηχανή παράλληλα με τον ποταμό Ντουέρο και κατέληξα σε μιά καντίνα δίπλα στο ποτάμι τρώγοντας σάντουιτς· οι νυχτερινές εικόνες του Πόρτο που είδα στην περατζάδα μ έκαναν να ανυπομονώ για το επόμενο πρωί που σχεδίαζα να το περπατήσω, πάλι όμως ο καιρός είχε άλλα σχέδια..

Η γέφυρα Ponte da Arrabida



Στον γυρισμό για το ξενοδοχείο, κι όσο βρισκόμουν ακόμα μέσα στο Πόρτο, είδα κι ένα σκηνικό που μέχρι τότε πίστευα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να το δω σε καμία ευρωπαϊκή χώρα, παρά μόνο σε τριτοκοσμική· μία μερσεντές, κινούμενη με ιλιγγιώδη ταχύτητα προσπερνώντας συνεχώς μπαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα, πέρναγε τα κόκκινα φανάρια το ένα πίσ απ τ άλλο. Μου θύμισε κυνηγητό αυτοκινήτων από ταινία δράσης. Μεθυσμένος ήτανε; μαστουρωμένος; πάντως το σκηνικό αυτό δεν ήταν απλά επικίνδυνο, ήταν παρανοϊκό. Στα λίγα δευτερόλεπτα που τον παρακολούθησα με το βλέμμα θεωρώ πως από καθαρή τύχη δεν προκάλεσε ατύχημα ή δυστύχημα· αφού τον έχασα από το οπτικό μου πεδίο, τέντωσα τ αυτιά περιμένοντας ν ακούσω κάποιο «μπαμ», ευτυχώς δεν άκουσα τίποτα εκείνα τα δευτερόλεπτα, αλλά μετά ποιός ξέρει.. Έκπληκτος απ αυτό που είδα έκοψα ταχύτητα, μαζεύτηκα δεξιά και γύρισα τσούκου τσούκου στο ξενοδοχείο κοιτώντας συνεχώς τους καθρέφτες.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 16, 23 Απριλίου 2023. Πόρτο – Ribadeo (Ισπανία).

Μετά το πρωινό έπαιξα λίγο με τα σκυλάκια του οικοδεσπότη· ήταν και τα 3 ίδιας ράτσας, το ένα πολύ ζηλιάρικο. Έσπρωχνε με την μουσούδα του το χέρι μου που χάιδευε τ άλλα δύο και προσπαθούσε να με κάνει να χαϊδέψω μόνο εκείνο.
Απ την ώρα που ξύπνησα ο καιρός έξω ήταν πολύ βαρύς.
Το σχέδιο για σήμερα είχε πρωινή ποδαράτη βόλτα στο Πόρτο, είχε έξοδο από Πορτογαλία και επάνοδο στην Ισπανία, είχε Βίγκο, είχε Ποντεβέντρα, είχε Σαντιάγκο Ντε Κομποστέλα, είχε Λα Κορούνια.. Τελικά, ένα π@πάρι και μισό είχε.
Την ώρα που φόρτωνα τη μηχανή για να ξεκινήσω ξεκίνησε και η βροχή· η σκοτεινή ατμόσφαιρα και η κάθετη, με σταθερό ρυθμό βροχή έδειχναν ότι το φαινόμενο θα είχε μεγάλη διάρκεια. Άνοιξα τον σάκο, φόρεσα τ αδιάβροχα και ξεκίνησα.
Έφτασα στο Πόρτο, μαύρος ο ουρανός και η βροχή να συνεχίζει με μέτρια ένταση. Ίσως αυτή να ήταν η μοναδική ευκαιρία για να δω λίγο τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Πορτογαλίας που φημίζεται για το κρασί της, και η οποία έχει ενταχθεί στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της unesco· όμως, δεν είχα καμία διάθεση να ανοιγοκλείνω σάκους μες τη βροχή για να πάρω το τσαντάκι της μέσης που το χα βάλει εκεί για να μην βρέχεται, ούτε να γυρνοβολάω πεζός φορώντας τα ασυμπάθιστα αδιάβροχα και περπατώντας με τις γκέτες – τις οποίες βαριόμουν να βγάλω, ούτε να γίνει το κεφάλι μου μούσκεμα. Με συνοπτικές διαδικασίες και μιά μικρή στεναχώρια, αποφάσισα να αφήσω το Πόρτο ευελπιστώντας ν ανοίξει ο καιρός αργότερα ώστε να μπορέσω να δω τα υπόλοιπα μέρη που είχα στο πρόγραμμα για σήμερα.
Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, η βροχή εκεί, με ένταση πλέον άνω του μετρίου. Ήταν η ζελατίνα του κράνους που θόλωνε; ότι τελικά δεν είδα την Πορτογαλία όσο ήθελα; η ασταμάτητη βροχή, το κρύο και η σκοτεινιά; τα κρυωμένα δάχτυλα των χεριών μέσα στα βρεγμένα γάντια; τα μηνύματα κι οι κλήσεις – για «χρόνια πολλά» τα περισσότερα, καθώς σήμερα ήταν η μέρα της γιορτής μου – που έβλεπα στην οθόνη του κινητού που χα για πλοηγό και μέναν αναπάντητα; Ήμουν κακόκεφος.
Όσο πέρναγαν η ώρα και τα χιλιόμετρα τόσο περισσότερο ήθελα να σταματήσω κάπου για λίγο, να πιώ έναν ζεστό καφέ, να πάρω πίσω τηλέφωνο όσους με θυμήθηκαν, να φορτίσω το κινητό που λόγω βροχής δεν το είχα στην πρίζα όσο οδηγούσα, να μην βρέχομαι.. Είχα μπει στην Ισπανία, οδηγούσα για ώρα στην autopista (ήταν η μοναδική φορά που χρησιμοποίησα autopista, για να κάνω πιο γρήγορα), γύρω μου δάση, μόνο δάση που από μέσα τους πέρναγε ο αυτοκινητόδρομος, ούτε εργοστάσια, ούτε αποθήκες, ούτε άλλες εγκαταστάσεις, μου έκανε εντύπωση ότι ακόμα και οι χώροι ανάπαυσης ήταν πολύ αραιοί, έναν συνάντησα πριν τη Λα Κορούνια αλλά όταν πλησίασα είδα ότι ήταν κλειστός· είχα διανύσει 250 χλμ από το πρωί όταν είδα τον δεύτερο, στη μέση του πουθενά, δεν υπήρχε κανένα αυτοκίνητο στο πάρκινγκ, «μάλλον κι αυτός κλειστός θα είναι» σκέφτηκα, τελικά ήταν ανοιχτός.
Μπήκα μέσα, έβγαλα τ αδιάβροχα, παρήγγειλα ζεστό καφέ και μιά τορτίγια, σύνδεσα το κινητό στο power bank και έκατσα κάμποση ώρα ακίνητος με βλέμμα απλανές· δεύτερος καφές χαζεύοντας πίσω απ το τζάμι την βροχή, τον σκοτεινό ουρανό, το γκούζι μόνο του στο πάρκινγκ φορτωμένο τον έναν σάκο, τους λυμένους ιμάντες του δεύτερου σάκου να κρέμονται κάτω σε μία λίμνη με νερό – «ο βρεγμένος την βροχή δεν την φοβάται» μου ρθε στο μυαλό και έσπασα ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο. Μετά από κανα δίωρο και κάμποσα τηλεφωνήματα ξεκίνησα ανανεωμένος για τα υπόλοιπα 200 χλμ της σημερινής μέρας.
Η διανυκτέρευση για σήμερα θα γινόταν στο Ribadeo· δεν ξέρω πώς χαρακτηρίζεται επίσημα, θα έλεγα ότι είναι μία παραθαλάσσια κωμόπολη η οποία βρίσκεται στην ανατολική παραλιακή άκρη της Γαλικίας. Το μέρος, όσο το περπάτησα και απ ό,τι έψαξα στο διαδίκτυο, δεν παρουσιάζει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον· βόλευε απλά σαν τοποθεσία για να περάσω εκεί το βράδυ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, κάνα μισάωρο πριν φτάσω η βροχή σταμάτησε και ο ουρανός καθάρισε· μαζί του καθάρισε και η διάθεσή μου. Στον κεντρικό δρόμο του Ribadeo, δύο αστυνομικοί ακουμπισμένοι βαριεστημένα στο καπό του περιπολικού με κοίταγαν καλά καλά· στο βλέμμα τους δεν υπήρχε καχυποψία, αλλά περισσότερο απορία. Αυτό που είδα εκείνη τη στιγμή, αλλά και το διαπίστωσα αργότερα περπατώντας το, ήταν ότι το Ribadeo είναι μία πολύ χαμηλού προφίλ κωμόπολη με μηδαμινό τουρισμό· τουλάχιστον το βράδυ που έμεινα εκεί ο τουρισμός που είδα – άν ήταν τουρίστες αυτοί που είδα – ήταν ελάχιστος και σίγουρα όχι του τύπου φωτογραφική μηχανή κρεμασμένη στο λαιμό και κινητό με χάρτη στο χέρι. Εξού ίσως και η απορία των αστυνομικών, «πώς κι από δω αυτός;».
Αφού τακτοποιήθηκα στο δωμάτιο βγήκα να περπατήσω· το κέντρο δεν μου έκανε καμία εντύπωση, λίαν επιεικώς αδιάφορο θα έλεγα.









Όσο όμως απομακρυνόμουν απ αυτό και κατηφόριζα προς τη θάλασσα, τόσο το μέρος άρχιζε να γίνεται πιο συμπαθητικό· πλακόστρωτοι δρόμοι, περιποιημένα διώροφα – τριώροφα παραδοσιακά σπίτια με κεραμοσκεπές και χαγιάτια, κηπάκια με όμορφα λουλούδια, τοίχοι σε διάφορα χρώματα όπως ροζ, κίτρινο, φιστικί, άλλοι τοίχοι διακοσμημένοι με πλακάκια, μερική χρήση πέτρας, όμορφα κλασικά παράθυρα, παραδοσιακοί φανοστάτες, προσέδιδαν μιά διακριτική γραφικότητα.











Η κίνηση ήταν μηδενική και επικρατούσε ησυχία, πράγμα ξεκούραστο για το αφτί και το μάτι, μου είχε λείψει τις προηγούμενες μέρες· επίσης, έδινε μιά νότα μυστηρίου στον χώρο. Έφτασα στην θάλασσα, τριγύρισα λίγο στην μαρίνα και πήρα πάλι τον ανήφορο για το κέντρο του Ribadeo.

























Πήγα σε μιά ωραία ψαροταβέρνα που είχα σταμπάρει πιο πριν· το γεγονός ότι οι σερβιτόροι δεν μίλαγαν γρι αγγλικά, όπως και το ότι οι λιγοστοί πελάτες μίλαγαν ισπανικά, μάλλον έδειχνε ότι στην ψαροταβέρνα αυτή πήγαιναν κυρίως ντόπιοι· το βράδυ έκλεισε με τηγανιτό καλαμάρι, πατάτες τηγανιτές, και μιά ωραία βουτιά στην αγκαλιά του Μορφέα.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 17, 24 Απριλίου 2023. Ribadeo – Χιχόν – Σανταντέρ – Μπιλμπάο – Γκερνίκα – Σαν Σεμπαστιάν.

Ούτε σήμερα με ξέχασε η βροχή· δεν είχε όμως την χτεσινή διάρκεια, έβρεχε ανά διαστήματα. Οι τρεις πρώτες στάσεις στην Gijón, στο Santander και στο Bilbo θα ήταν σύντομες, χωρίς περπατήματα και ιστορίες, ίσα ίσα για τη μυρωδιά· το ίδιο ίσχυε και για την τελευταία σημερινή στάση, όπου θα γινόταν και η διανυκτέρευση, το San Sebastián (ή Donostia στη Βασκική γλώσσα).
Ο φίλος μου ο Γιώργης, που έχει κάνει πολλά και μεγάλα ταξίδια με την μηχανή, μου είχε πει κάποτε ότι η πιο δύσκολη απόφαση σ ένα ταξίδι είναι τα μέρη που πρέπει ν αφήσεις απ έξω.
Σίγουρα οι τέσσερις αυτές πόλεις αξίζουν και με το παραπάνω μία εκτενή και ενδελεχή επίσκεψη, η ψαχτική που έκανα πριν το ταξίδι έδειξε πολλά όμορφα και ενδιαφέροντα αξιοθέατα, οι προτεραιότητές μου όμως ήταν άλλες, κι έτσι δεν χώρεσαν μέσα στο ταξίδι εκτενέστερες περιηγήσεις στις πόλεις αυτές, παρά μόνο μιά σύντομη στάση με την μηχανή στο κέντρο τους· η μόνη εξαίρεση στην σημερινή διαδρομή των 550 περίπου χιλιομέτρων θα ήταν η Gernika, στην οποία ήθελα ν αφιερώσω κάποια ώρα.
Αποχαιρέτησα την Γαλικία και το συμπαθητικό Ribadeo και πέρασα στην αυτόνομη κοινότητα των Αστουριών, έχοντας στ αριστερά μου τον Βισκαϊκό κόλπο (ή Κανταβρική θάλασσα, όπως λέγεται στην Ισπανία)· μετά από 130 χλμ έφτασα στο κέντρο της Χιχόν. Σ όλη τη διαδρομή η ζελατίνα του κράνους με την αντιθαμβωτική πάνω της μου τα χαν κάνει τσουρέκια με το θόλωμα· στη Χιχόν, για κάνα μισάωρο έβγαζα και ξαναέβαζα την αντιθαμβωτική μπας και την φέρω στην σωστή θέση, τζίφος. Γκούγκλαρα μήπως βρω μαγαζί εκεί γύρω για ν αγοράσω καινούργια αντιθαμβωτική, ξανά τζίφος· συνέχισα να γκουγκλάρω μήπως βρω στο Σανταντέρ ή στο Μπιλμπάο, τζίφος επί τρία. Έβγαλα την αντιθαμβωτική, την έβαλα στον σάκο κι έφυγα.





Επόμενη στάση μετά από 180 χιλιόμετρα στην πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της αυτόνομης κοινότητας της Κανταβρίας, το Σανταντέρ· κάνα δεκάλεπτο πριν φτάσω ξεκίνησε πάλι να βρέχει, αρκετά έντονα αυτή τη φορά. Έφτασα στο κέντρο, και χώθηκα κάτω από ένα υπόστεγο στάζοντας· στη μέση του υπόστεγου, με την μηχανή στο διπλό σταντ, είχα λύσει ιμάντες, ανοίξει σάκους και ξεκινήσει να φοράω τ αδιάβροχα – κι εγώ δεν ξέρω πόσες φορές τα έβαλα και τα έβγαλα σήμερα. Απέναντι υπήρχε ένα σχολείο, εκείνη την ώρα τα παιδιά σχόλαγαν, και το σημείο που είχα σταματήσει ήταν πέρασμα για τα παιδιά που βγαίναν απ το σχολείο. Το σκηνικό ήταν λίγο σουρεάλ· εγώ να προσπαθώ χοροπηδώντας να κρατήσω ισορροπία για να φορέσω τις γκέτες, και οι ορδές των παιδιών να περνάνε σαν ορμητικό ποτάμι δεξιά κι αριστερά μου. Πολλά αγοράκια κοίταγαν με περιέργεια, γελώντας ή σχολιάζοντας μεταξύ τους· τα κοριτσάκια αδιάφορα. Οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι δασκάλες μου ρίχναν αυστηρές ματιές..





Κάπου στη μέση της διαδρομής των 100 χλμ από το Σανταντέρ προς το Μπιλμπάο είδα από τον αυτοκινητόδρομο που οδηγούσα ένα ωραίο πανόραμα στα δεξιά μου· βγήκα από τον αυτοκινητόδρομο κι ανέβηκα. Χάζεψα τον Βισκαϊκό κόλπο και τις γύρω πόλεις κάμποση ώρα και συνέχισα το δρόμο μου.





Μικρή στάση στη μεγαλύτερη πόλη της Χώρας των Βάσκων, το Μπιλμπάο, και επιδρομή σ ένα καφέ–μπαρ που είδα ότι είχε σάντουιτς· το μαγαζί απ έξω φαινόταν της κακιάς ώρας, το σάντουιτς όμως ήταν νοστιμότατο.









 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Η κωμόπολη της Γκερνίκα είναι πολύ κοντά στο Μπιλμπάο, μόλις 35 χλμ. Αυτό που μ έφερε εδώ ήταν ένας καταστροφικός βομβαρδισμός, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τον διάσημο πίνακα του Πάμπλο Πικάσο «Γκερνίκα» ή «Γκουέρνικα».
Πριν 86 χρόνια παρά δύο ημέρες, στις 26 Απριλίου 1937, η Γκερνίκα δέχεται σφοδρή αεροπορική επίθεση από Γερμανούς εθελοντές της λεγεώνας Κόνδορ, μαζί με Ιταλούς εθελοντές· και οι δύο υποστηρίζουν τους εθνικιστές του Φράνκο, που πολεμούν με τους Δημοκρατικούς στον ισπανικό εμφύλιο. Η απόφαση για τον βομβαρδισμό πάρθηκε από τους εθνικιστές, επειδή η κωμόπολη είχε στρατηγική σημασία. Τα αεροσκάφη βομβαρδίζουν αδιακρίτως, ο αριθμός των αμάχων που σκοτώθηκαν παραμένει άγνωστος μέχρι και σήμερα, άλλοι μιλούν για πέντε χιλιάδες, άλλοι για χίλιους εξακόσιους πενήντα, άλλοι για εκατόν πενήντα.. Το μεγαλύτερο μέρος της κωμόπολης καταστράφηκε.
Θέλοντας οι Δημοκρατικοί να εκθέσουν τις θηριωδίες του Φράνκο και των συμμάχων του, στράφηκαν στον ήδη αναγνωρισμένο και διάσημο Ισπανό ζωγράφο ζητώντας του να φιλοτεχνήσει έναν πίνακα που αργότερα θα γινόταν ένα απ τα διασημότερα – άν όχι το διασημότερο – έργο του Πικάσο.
Φτάνοντας στην Γκερνίκα πάρκαρα έξω από το κοινοβούλιο των Βάσκων και πολιτιστικό κέντρο Gernikako Batzarretxea, έβγαλα τ αδιάβροχα, μπήκα στον προαύλιο χώρο κι άρχισα να βολτάρω· εκείνη την ώρα έκλεινε το κτίριο, όχι όμως και οι εξωτερικοί χώροι. Εδώ υπάρχει το Δέντρο της Γκερνίκα, μιά βελανιδιά που αποτελεί ιστορικό σύμβολο και συμβολίζει τον σεβασμό των ηγεμόνων – που διοίκησαν κατά καιρούς την κωμόπολη – στους νόμους της.







Λίγο αργότερα, απέναντι από το κοινοβούλιο, πέρασα στην πλατεία Pasealekua όπου στο κέντρο της υπάρχει ένα άγαλμα στη μνήμη των Βάσκων στρατιωτών (Gudaris) που πολέμησαν στον ισπανικό εμφύλιο.











Συνεχίζοντας την βόλτα έφτασα σε μιά άλλη πλατεία στην οποία προετοιμάζονταν για την μεθαυριανή μαύρη επέτειο του αιματηρού βομβαρδισμού· υπήρχαν πανό και σταντ με φωτογραφίες από την καταστροφή, καθώς και οπτικοακουστικός εξοπλισμός προφανώς για ομιλίες και παρουσιάσεις.







Υπήρχαν και κάποιες λίγες φωτογραφίες που φαινόντουσαν καλλιτεχνικές, ασπρόμαυρες μεν, αλλά μάλλον όχι αυθεντικές.





Στην υπόλοιπη βόλτα στους δρόμους της Γκερνίκα δεν τράβηξε κάτι την προσοχή μου· θα έλεγα ότι την όποια αναγνωρισιμότητα έχει η κωμόπολη την οφείλει στο ομώνυμο έργο του καλλιτέχνη, εμπνευσμένο από το θλιβερό γεγονός του βομβαρδισμού.















Μετά από σχεδόν 100 άβροχα χιλιόμετρα, και κάτι περισσότερο από μία ώρα έφτασα στο ξενοδοχείο στο Σαν Σεμπαστιάν· ξεφόρτωμα μηχανής και μπανάκι.
Είχα φάει αρκετή βροχή και σήμερα, αποζημιώθηκα όμως με πολλές εικόνες, πληροφορίες, και τροφή για σκέψη.
Καβάλησα πάλι για να πάω σ ένα εμπορικό κέντρο τρεισήμισι χλμ παραπέρα για φαγητό· λίγα μέτρα αφού ξεκίνησα ένιωσα το πρόσωπό μου να κρυώνει. Εμβρόντητος, συνειδητοποίησα ότι είχα ξεχάσει να βάλω κράνος, το είχα αφήσει στο δωμάτιο· «κοίτα πράγματα..» σκέφτηκα, «κάθε μέρα όλη μέρα το φοράω, και τώρα το ξέχασα.. ·δηλαδή, είναι πιθανό την επόμενη φορά να ξεχάσω να βάλω τις μπότες και να καβαλήσω.. με τις παντόφλες;;». Έκανα να γυρίσω να το πάρω αλλά με την πείνα που είχα άλλαξα γνώμη· «δε γ@μιέται» λέω, «μόνο 3,5 χλμ είναι, θα πάω έτσι».
Λίγο παρακάτω σταμάτησα σ ένα κόκκινο φανάρι· μιά κυρία πέρναγε απέναντι με το καροτσάκι της λαϊκής και κοιτώντας με με γουρλωμένα μάτια κάτι έλεγε στα Ισπανικά· μίλαγε έντονα, έδειχνε με τον δείκτη του χεριού της το κεφάλι της, κι έκανε πως έγραφε σ ένα μπλοκάκι το οποίο μετά μου το έδειχνε γυρνώντας την παλάμη της. Η μόνη κουβέντα που κατάλαβα απ αυτά που έλεγε – κι αφού την επανέλαβε τρεις τέσσερις φορές – ήταν η λέξη «κάσκο». Ένιωσα άσχημα, της ένευσα με σφιγμένα χείλη, και κάνοντας επιτόπου αναστροφή γύρισα πίσω να πάρω το κράνος. Το πήρα, αλλά δεν έβαλα την ζελατίνα που την είχα βγάλει για καθάρισμα· όταν στο δρόμο άρχισε να ψιχαλίζει, το χέρι μου όλο και την έψαχνε για να την κατεβάσει..
Πήγα σε μιά ισπανική αλυσίδα χαμπουργκεράδικων, το Foster’s Hollywood, τύπου TGI Fridays· δεν περίμενα κάτι ιδιαίτερο, αλλά τελικά η γεύση και η ποσότητα του χάμπουργκερ και της σαλάτας του Καίσαρα που χτύπησα αδυσώπητα με διέψευσαν πανηγυρικά.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 18, 25 Απριλίου 2023. Σαν Σεμπαστιάν – Puerto de Velate – Παμπλόνα – Roncevaux Pass – Remendia – Puerto de Larrau – Col de la Pierre St Martin (Γαλλία) – Col du Soudet (Γαλλία) – Pas de Guilhers (Γαλλία) – Col de Labays (Γαλλία) – Asson (Γαλλία).

Ωραίες οι πόλεις και τ αξιοθέατα, αλλά η επαφή με την φύση είναι αξία ανεκτίμητη. Τα πρώτα είναι κατασκευασμένα από τον άνθρωπο, πολλοί ζούμε μέσα σ αυτά, μπορεί να προκαλούν θαυμασμό με την ομορφιά τους, ή να εκπλήσσουν με την εφευρετικότητα, την πρωτοπορία, τις λύσεις, την καινοτομία του ανθρώπινου νου, το δεύτερο, είναι σίγουρα σωστά φτιαγμένο, όχι από ανθρώπινο χέρι, δεν τίθεται θέμα ομορφιάς ή ασχήμιας, λειτουργικότητας ή αναποτελεσματικότητας, αντικειμενικού ή υποκειμενικού, ατέλειες δεν έχει, «ναι αλλά», «όμως» ή «άμα» δε χωράν εδώ, ξέρει από ισορροπία και αρμονία, αυτοτροφοδοτούμενο και αέναο.

Σαν Σεμπαστιάν





Άφησα το Σαν Σεμπαστιάν και τη Χώρα των Βάσκων περνώντας στην αυτόνομη κοινότητα της Ναβάρρα. Καθ’ όλη τη σημερινή μέρα, στην οροσειρά των Πυρηναίων, ο καιρός ήταν ευμετάβλητος· κρύο στα ψηλά, ζέστη στα χαμηλά, μιά ψιχάλιζε, μιά σταμάταγε.

Η πρώτη επαφή με τα Πυρηναία ήταν το πέρασμα Puerto de Velate στα 847 μέτρα, στους πρόποδες της οροσειράς· φαρδιοί στριφτεροί δρόμοι με πολύ καλή άσφαλτο, αν και βρεγμένοι από την βροχή και την υγρασία. Άνοιξη, και η βλάστηση οργίαζε παντού, πράσινο πολύ, ψηλά δέντρα, μιά πηγή, κάθετα ή επικλινή μικρά καταρρακτάκια που το σπρέι του νερού τους που πέφτει από ψηλά δημιουργεί μικρά ουράνια τόξα, ομιχλιασμένοι λόφοι.. Ομορφιά!













Συνέχισα προς την πρωτεύουσα της Ναβάρρα, την Παμπλόνα, μόλις 30 χλμ μακριά, για μιά ξώφαλτση στάση· παρότι σταμάτησα στο κέντρο της πόλης, μου έκαναν εντύπωση το πράσινο και η άπλα της.







Τσα!



50 χλμ μετά βρισκόμουν ξανά στα Πυρηναία, αυτή τη φορά σ ένα ψηλότερο πέρασμα, το Roncevaux Pass (1057 μέτρα)· κρύο, βροχή και ομίχλη, το τοπίο όμως μαγικό. Σταμάτησα στο παρεκκλήσι του San Salvador για να χαζέψω λίγο το τοπίο και να ντυθώ καλύτερα· το μέρος είναι ιδιαίτερα αγαπητό στους περιπατητές, είδα μπόλικους να ετοιμάζονται να χωθούν στα μονοπάτια που υπάρχουν τριγύρω.







Μετά από 35 χλμ έφτασα στο επόμενο πάσο, το Col de Remendia (1040 μέτρα)· ο καιρός έχει ανοίξει λίγο, βρίσκομαι σ ένα υπέροχο ξέφωτο οπού το καταπράσινο χλοερό λιβάδι στολίζεται από όμορφες κίτρινες και άσπρες μαργαρίτες.









Έτσι όπως χάζευα τριγύρω είδα έναν στενό ασφάλτινο δρόμο όλο λακκούβες που μου κίνησε την περιέργεια· “ας πάω να δω που βγάζει“.
Προχώρησα περίπου 1 χλμ στο δρομάκι ώσπου έφτασα σε μια κλειστή συρμάτινη πόρτα ενός εργοταξίου. Μερικές φορές η περιέργειά μου για τέτοια φαινομενικά ασήμαντα δρομάκια μ έχει οδηγήσει σε σχετικά άγνωστα σημεία μεγάλης ομορφιάς, άλλες φορές στο τίποτα, όπως τώρα. Αναστροφή και πίσω. Οδηγούσα στην μέση του στενού δρόμου έχοντας την προσοχή μου στο να αποφεύγω τις λακκούβες, με την εντύπωση ότι στο δρομάκι αυτό δεν υπάρχει κανένας άλλος εκείνη τη στιγμή, το ίδιο φαντάζομαι κι ο οδηγός του αγροτικού που ερχόταν από απέναντι. Τρέχαμε λίγο παραπάνω και οι δύο, ξαφνιαστήκαμε όταν ήρθαμε μούρη με μούρη στα 2 μέτρα πάνω σε μιά στροφή όπου δεν υπήρχε ορατότητα· εκείνος κοκάλωσε με τα λάστιχα να στριγγλίζουν και σηκώνοντας σκόνη με τους μπλοκαρισμένους τροχούς, εγώ έκανα απότομο ελιγμό προς τα δεξιά, με το γόνατό μου να περνάει 1 χιλιοστό; μακριά από την γωνία του προφυλακτήρα του, νιώθοντας έντονα τη λάβρα που εξέπεμπε η μηχανή του. Σταμάτησα λίγο πίσω απ το αγροτικό, γύρισα το κεφάλι, κοιταχτήκαμε με τον οδηγό, κουνήσαμε τα κεφάλια με έκφραση “πάλι καλά..“, κι έφυγα μουδιασμένος..

Πυρηναίων συνέχεια καλύπτοντας περίπου 35 χλμ για να φτάσω στο πιο «τσαμπουκαλεμένο» πάσο απ αυτά που πέρασα, το Port de Larrau· είναι ισπανικό πάσο και βρίσκεται ακριβώς πάνω στο σύνορο Ισπανίας – Γαλλίας σε υψόμετρο 1585 μέτρων. Η θερμοκρασία εκεί ήταν 5 °C αλλά με την υγρασία και τον αέρα η αίσθησή της ήταν πολύ χαμηλότερη· έριχνε κάτι ανάμεσα σε ψιλόβροχο και χιονόνερο και η ομίχλη ορισμένες στιγμές ήταν τόσο έντονη που έκρυβε από τα μάτια μου το μηχανάκι το οποίο ήταν παρκαρισμένο 10 μέτρα μακριά μου. Η θέα – όση δεν έκρυβε η ομίχλη – εκπληκτική, η ησυχία απόλυτη – τ αυτιά μου σφύριζαν, το σημείο απόκοσμο, χωρίς βλάστηση, αγριευτικό. Ήμουν μόνος εκεί· το κρύο, ο ήχος απ το φύσημα του αέρα, αλλά κυρίως η ομίχλη που μ εμπόδιζε να δω και μου δημιουργούσε ένα αίσθημα εγκλωβισμού, μ έκαναν να θέλω να φύγω, αλλά – τί οξύμωρο – ακριβώς αυτή η αλλόκοτη αίσθηση με κράτησε εκεί για ώρα.



















Την ησυχία τάραξε ένα μακρόσυρτο μουγκρητό που ερχόταν από μακριά και συνεχώς δυνάμωνε. Δεν μπορούσα να καταλάβω από ποιά πλευρά έρχεται, ούτε πόσο κοντά είναι, δεν έβλεπα τίποτα από την ομίχλη· απλά άκουγα το τραχύ αγκομαχητό της ντιζελομηχανής να εντείνεται, φανταζόμουν ότι πλησιάζει, υπό κανονικές συνθήκες με την ένταση που βρυχάται τώρα ο κινητήρας του σίγουρα θα φαινόταν, πούντο όμως; πότε θα το δω;..

Το μεγάλο φορτηγό ξεπρόβαλε μες απ την ομίχλη από την πλευρά της Γαλλίας· σήκωσα το χέρι για να χαιρετήσω, ο Γάλλος οδηγός άνοιξε το παράθυρο χαμογελαστός και μου μίλαγε στα γαλλικά, “δεν ξέρω γαλλικά“ του έκανα με νοήματα, εκείνος συνέχισε να μιλάει δείχνοντάς μου με το δάχτυλο την γαλλική πλευρά, σα να μου έλεγε “πήγαινε από κει“, “οκ“ του κάνω σηκώνοντας τον αντίχειρα, τον ευχαρίστησα βάζοντας το άλλο χέρι στο στήθος, χαιρετηθήκαμε, έφυγε, έφυγα κι εγώ.

Το επόμενο πάσο ήταν το Col de la Pierre St Martin· γαλλικό μεν, βρίσκεται κι αυτό ακριβώς πάνω στο σύνορο Ισπανίας – Γαλλίας. Σύμφωνα με την διαδρομή του google maps, θα έπρεπε να πάω μέσω της ισπανικής πλευράς γυρνώντας πίσω καμιά δεκαριά χλμ· επειδή δεν μ αρέσουν όμως τα μπρος – πίσω, και παρακινούμενος από την προτροπή του Γάλλου οδηγού, πέρασα στην γαλλική πλευρά και, μετά από περίπου 45 χλμ, μέσω του D26, του D113 και του D132, έφτασα στο Col de la Pierre St Martin, σκαρφαλωμένο στα 1766 μέτρα. Μερικά σημεία κράταγαν ακόμα παγωμένα χιόνια, υπήρχαν και απομεινάρια από ακατέργαστο αλάτι αποχιονισμού στις άκρες του δρόμου. Το σημείο στάθμευσης, χωμένο ανάμεσα σε δύο μικρούς λόφους, δεν προσφέρει θέα πουθενά – πάρα μόνο στον ουρανό – οπότε μετά από ένα τσιγάρο στάση συνέχισα για τα περαιτέρω.









Γύρισα 4 χλμ προς τα πίσω συνεχίζοντας στον D132· από το Col de la Pierre St Martin που βρισκόμουν ακολούθησαν το Col de Soudet (στα 1540 μέτρα υψόμετρο), το Pas de Guilhers (1436) και το Col de Labays (1351). Η διαδρομή που περνάει απ αυτά τα τέσσερα πάσα είναι 8 χλμ. Από κει και πέρα, μετά από 70 χλμ έφτασα στο γαλλικό χωριό Asson οπού θα διανυκτέρευα. Αυτά τα τελευταία 78 χιλιόμετρα τα έκανα κορδόνι, χωρίς στάσεις, καθώς άν σταματούσα οπουδήποτε μου άρεσε – παντού δηλαδή – θα νύχτωνα· συν τοις άλλοις, είχα πιάσει ωραίο ρυθμό με την μηχανή και δεν ήθελα να τον διακόψω.

Πριν φτάσω στο κατάλυμα, σταμάτησα στο self service βενζινάδικο λίγο έξω απ το χωριό και, αφού γέμισα, έριξα μιά ματιά τριγύρω. Μεγάλες εκτάσεις καταπράσινων λιβαδιών ολόγυρα, διακοσμημένα κατά τόπους με λευκές μαργαρίτες, στο βάθος μερικές συστάδες δέντρων, και πίσω τους οι ορεινοί όγκοι των Πυρηναίων στεφανωμένοι με χαμηλά σύννεφα· οι τελευταίες χαλκόχρωμες αχτίδες του ήλιου παιχνίδιζαν με τα σύννεφα βάζοντας τις δικές τους πινελιές στον ουρανό. Πόσο ήσυχα και ατμοσφαιρικά! ήταν τα τοπία των πάσων; η οδηγική απόλαυση; η κούραση της σημερινής μέρας που μ έκαναν τούτη τη στιγμή να τα βλέπω όλα όμορφα; Έμεινα κάμποση ώρα εκεί, μες στη γαλήνη, “μπορεί να ονομαστεί αυτό ευδαιμονία;“ αναρωτήθηκα.











Το κατάλυμά μου για σήμερα είναι ένα απόμερο παραδοσιακό αγροτόσπιτο του χίλια εφτακόσια κάτι, μέσα στην ησυχία της γαλλικής υπαίθρου, τριγυρισμένο από χωράφια, κάποιες δασωμένες εκτάσεις παραπέρα, και στο βάθος τα χιονισμένα βουνά· το έχουν και το δουλεύουν μάνα και γιος, συμπαθέστατοι κι οι δύο.

Αφού άφησα τους σάκους στο δωμάτιο και άλλαξα, κατέβηκα στο σπίτι των οικοδεσποτών για να φάω τα λουκάνικα με τα μακαρόνια που είχαν φτιάξει, να πιώ λίγο κόκκινο κρασί που έβγαλαν με το φαΐ, και να τα πούμε λίγο· να τα πούμε; τί να πούμε; εγώ δεν μίλαγα γαλλικά, εκείνοι δεν μίλαγαν αγγλικά. Η επικοινωνία μας γινόταν κυρίως στη νοηματική, αλλά και σχεδιάζοντας με μολύβι στο χαρτί· σπάσαμε και πλάκα με την λιγάκι άλλα αντ’ άλλων συνεννόηση, κι όμως, τελικά μιά χαρά τα είπαμε!

Μετά το φαγητό με πέρασαν στο σαλόνι – καθιστικό για μιά μικρή ξενάγηση. Το σανιδένιο πάτωμα που έτριζε σε κάθε βήμα κάτω από το χειροποίητα κατασκευασμένο και διακοσμημένο παχύ χαλί, το μεγάλο πέτρινο τζάκι που στο γείσο του φιλοξενούσε ένα σίδερο σιδερώματος που λειτουργούσε με κάρβουνα κι ένα μεγάλο παλιό ψαλίδι ραπτικής, τα παλιά σκουρόχρωμα έπιπλα με τις γρατσουνιές και τα σημάδια που τους έχει αφήσει ο χρόνος, οι πίνακες ζωγραφικής στους τοίχους μέσα στις περίτεχνα σκαλισμένες φαρδιές επιχρυσωμένες κορνίζες τους, ένα οικόσημο, ήταν λίγα απ τα στοιχεία που ο χώρος γύρναγε τον επισκέπτη στο παρελθόν.

Ανέβηκα στο δωμάτιο κουρασμένος και κοιμήθηκα ευχαριστημένος.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 19, 26 Απριλίου 2023. Asson (Γαλλία) – Col d’Aubisque (Γαλλία) – Col de Soulor (Γαλλία) – Beaucens (Γαλλία) – Col du Tourmalet (Γαλλία) – Col d’Aspin (Γαλλία) – Escalona (Ισπανία).

Ξύπνησα νωρίς με δυσκολία· κατέβηκα και, πριν μπω στο σπίτι των ξενοδόχων για πρωινό, έπαιξα λίγο με τα δύο σκυλιά του αγροτόσπιτου. Το ένα ήταν τεραστίων διαστάσεων, φύλακας κοπαδιών. Χθες το βράδυ, κατά την άφιξή μου με την μηχανή κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος μου γαβγίζοντας και δείχνοντας τα δόντια του. Παρότι συνηθισμένος από σκυλιά που ερεθίζονται μόλις βλέπουν ή ακούν μοτοσικλέτα τα χρειάστηκα λίγο είν η αλήθεια· τώρα που το χάιδευα όμως ήταν πολύ φιλικό. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του ξενοδόχου, σε συμπλοκή με λύκο ο συγκεκριμένος σκύλος θα επικρατούσε – και πως να μην επικρατήσει· ο όγκος του ήταν μεγαλύτερος απ του λύκου, τα δόντια του μεγάλα, και το νεύρο δεν του έλειπε.













Την ώρα που η οικοδέσποινα σέρβιρε το πρωινό στο καθιστικό – χρονομηχανή αποχαιρετηθήκαμε με τον ξενοδόχο που έπρεπε να φύγει για αγροτικές εργασίες. Όσο έτρωγα, κοίταγα τριγύρω· μου αρέσει να περιεργάζομαι οτιδήποτε παλιό, σπίτια, αντικείμενα, οχήματα..· με κάνουν να προσπαθώ να φανταστώ πώς ήταν οι συνθήκες όταν αυτά χρησιμοποιούνταν.
Αφού τελείωσα, φόρτωσα την μηχανή, αποχαιρέτησα την οικοδέσποινα η οποία κράταγε τον μεγάλο άσπρο σκύλο που του άναψαν τα λαμπάκια από το κρύο ξεκίνημα του γκούζι, και ξεκίνησα κατευθείαν με χαμηλή ταχύτητα ζεσταίνοντας την μηχανή εν κινήσει.

Μετά από 30 χλμ, κινούμενος παράλληλα με τον ποταμό Gave de Brousset σ έναν δρόμο με πολύ πράσινο και φόντο τις χιονισμένες βουνοκορφές των Πυρηναίων, έφτασα σε μία πολύ όμορφη περιοχή, το Laruns· ολιγόλεπτη στάση, μερικές φωτογραφίες με τα πράσινα νερά του ποταμού να καθρεφτίζουν το τοπίο, και συνέχεια προς το πρώτο πάσο της σημερινής μέρας. Περίπου 20 χλμ απ το Laruns, έφτασα στο Col d’Aubisque (1709)· το έδαφος άγονο, η θέα άπλετη στις γύρω χιονισμένες πλαγιές, κι ο αέρας δυνατός και παγωμένος.

Laruns











Col d’Aubisque















Άλλα 15 χλμ και άφιξη στο επόμενο πάσο, το Col de Soulor (1474)· σε λίγο χαμηλότερο υψόμετρο από το προηγούμενο, το σκηνικό δεν αλλάζει πολύ. Άσπρες και κίτρινες μαργαρίτες στολίζουν το χορτάρι, λίγο πιο πέρα κάποια μεμονωμένα ή σε μικρές συστάδες δέντρα, αλλά η μεγάλη “ατραξιόν“ του πάσου είναι τα άλογα που βόσκουν εκεί γύρω· μερικά είχαν μια μικρή καμπάνα κρεμασμένη στον λαιμό τους, όταν πήγα όμως να τα πλησιάσω έφυγαν βολίδα.











Συνεχίζοντας, μετά από 25 χλμ έφτασα στο Beaucens, ένα πολύ συμπαθητικό και γραφικό χωριουδάκι. Τη στιγμή που έφτασα έπεσα πάνω σε μιά τελετή, μου φάνηκε για κηδεία ή μνημόσυνο κάποιου παλαιού πολεμιστή, του δεύτερου παγκοσμίου ίσως; Οι παρευρισκόμενοι ήταν επίσημα ντυμένοι και κάποιας ηλικίας· φορούσαν στρατιωτικό δίκοχο καπέλο, είχαν καρφιτσωμένα στο πέτο του σακακιού τους στρατιωτικά μετάλλια, στους ώμους τους περασμένα χιαστί λουριά με θήκες για σημαίες, στα χέρια κράταγαν σημαίες τυλιγμένες στο κοντάρι τους, και προχώραγαν σοβαροί και με κάποια θλίψη στα μάτια προς την άκρη του χωριού που βρισκόταν η εκκλησία με την καμπάνα να χτυπά πένθιμα.









Άφησα την μηχανή στο πάρκινγκ εκεί κοντά, πέρασα ανάμεσα απ το πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο έξω απ την εκκλησία, και προχώρησα στα ενδότερα του χωριού περιδιαβαίνοντάς το· είναι πολύ μικρό και ήσυχο, η βικιπαίδεια λέει ότι έχει 421 κατοίκους. Υπάρχουν αρκετές ανηφόρες και κατηφόρες, πολύ πράσινο, όλα τα σπίτια φτιαγμένα από πέτρα και ξύλο με πλακοστρωμένες στέγες που έχουν φεγγίτες, καμινάδες και υδρορροές, παράθυρα με τα ξύλινα παραθυρόφυλλά τους που προεξέχουν από τις σοφίτες, εξωτερικοί τοίχοι σε απαλό μπεζ χρώμα, και πολλά άλλα στοιχεία που έκαναν το χωριό.. κουκλίστικο.

















Λίγο ψηλότερα από τα σπίτια υπάρχουν τα ερείπια ενός παλιού κάστρου, του Chateau of Beaucens, τα οποία έχουν μετατραπεί σε καταφύγιο αετών.



Άφησα πίσω μου το χαριτωμένο Beaucens για να βρεθώ ξανά στα πάσα· ανέβηκα σ ένα απ τα ψηλότερα των γαλλικών Πυρηναίων, το Col du Tourmalet. Φτάνοντας εκεί, στα 2115 μέτρα υψόμετρο, είδα.. το απόλυτο τίποτα! Η ομίχλη ήταν τόσο πυκνωμένη που κινούμουν με ταχύτητα τριών χιλιομέτρων την ώρα· ανεβοκατέβαζα ασυναίσθητα την ζελατίνα του κράνους, άναβα κι έσβηνα τα μεγάλα φώτα, έσκυβα μπροστά εστιάζοντας μακριά με μισόκλειστα μάτια μπας και διακρίνω τίποτα μέσ’ απ την ομίχλη, μάταια. Κάποια στιγμή που δεν έβλεπα ούτε στο ελάχιστο, σταμάτησα με αναμμένα αλάρμ· “σε ποιό σημείο του δρόμου βρίσκομαι όμως; μήπως έχω σταματήσει στο αντίθετο ρεύμα;;“, με ζώσανε τα φίδια. “Σκατά, προχώρα“· περίπου διακόσια μέτρα μετά το πάσο έστριψα αριστερά σε μιά ανηφόρα, δεν ήξερα πού βγάζει, ούτε και μ ένοιαζε, έστριψα με την αβάσιμη ελπίδα να βγω απ το σύννεφο. Και βγήκα· σταμάτησα καμιά τρακοσαριά μέτρα παραπάνω, περίπου μισό χιλιόμετρο μετά το πάσο, πάνω σε μιά στροφή στο πλάι του δρόμου, χάζεψα λίγο το βουνό, έβγαλα καναδυό φωτογραφίες κι έφυγα. Το βράδυ πριν κοιμηθώ κοίταγα στο ίντερνετ φωτογραφίες του Col du Tourmalet· ένα πάσο που πέρασα, αλλά δεν είδα.



Κατάβαση προς το τελευταίο πάσο της ημέρας, το Col d’Aspin (1489). Μικρή στάση και, καθώς είχα σκύψει περιεργαζόμενος γενικά κι αόριστα την μηχανή του γκούζι, πέρασαν δυό Γερμανοί με gs, σταμάτησαν, χαιρέτησαν και ρώτησαν άν χρειάζομαι βοήθεια. Τους ευχαρίστησα, είπαμε δυό κουβέντες, έφυγαν και μετά από λίγο ξεκίνησα κι εγώ.





Σε 45 χλμ πέρασα τα σύνορα Γαλλίας – Ισπανίας, και βρέθηκα πάλι – 13 μέρες μετά – στην Αραγωνία, για το τελευταίο βράδυ επί ισπανικού εδάφους. Από τα σύνορα είχα να κάνω άλλα 35 χλμ για να φτάσω στο μικρό χωριό Escalona, όπου θα διανυκτέρευα. Η διαδρομή αρχικά πήγαινε παράλληλα με τον ποταμό Μπαρόσσα, και μετά με τον ποταμό Σίνκα. Όπως οδηγούσα, η ματιά μου έπεσε πάνω σε μιά παλιά εκκλησία σκαρφαλωμένη σ ένα λοφάκι που μου κίνησε την περιέργεια· ευκαιρία για στάση. Σταμάτησα σ ένα μικρό πλάτωμα στην άκρη του δρόμου απολαμβάνοντας για λίγο το πράσινο τοπίο με το ποτάμι, την παλιά εκκλησία και τα γύρωθε βουνά.





Έφτασα στην Εσκαλόνα και μετά από ένα ντους κατέβηκα στο εστιατόριο του ξενοδοχείου για φαγητό· κατόπιν προσεκτικής εξέτασης του μενού, και μεταφράζοντάς το επιστρατεύοντας λίγη φαντασία, παρήγγειλα κρέας. Αφού έφαγα το πεντανόστιμο ριζότο με γαρίδες που μου σέρβιραν, ανέβηκα στο δωμάτιο και βούτηξα στο κρεβάτι.
 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 20, 27 Απριλίου 2023. Escalona (Ισπανία) – Col de Portet d’Aspet (Γαλλία) – Foix (Γαλλία) – Ανδόρρα.

Η σημερινή διαδρομή προς την Ανδόρρα θα γινόταν από την γαλλική πλευρά.
Κατευθύνθηκα στη Γαλλία κάνοντας αντίστροφα τα τελευταία 70 χλμ της χθεσινής διαδρομής· σε 35 χλμ από την Escalona που ξεκίνησα σήμερα το πρωί έφτασα στα ισπανογαλλικά νοητά σύνορα, αποχαιρετώντας την Ισπανία από τούτο το ταξίδι.
120 χλμ μετά βρέθηκα στο Col de Portet d’Aspet (1069). Είχε σχετική ζέστη, θερμοκρασία γύρω στους 25 °C, ωραία λιακάδα με σκόρπια λευκά συννεφάκια εδώ κι εκεί, κι ο τόπος μύριζε άνοιξη· οι μόνοι ήχοι που έσπαγαν την ησυχία ήταν τα τιτιβίσματα των πουλιών. Έβγαλα το μπουφάν, πήρα έναν καφέ από ένα μαγαζάκι που υπήρχε εκεί, και ξάπλωσα στο γρασίδι να λιαστώ.











Αφού χόρτασα ήλιο και μυρωδιές, έριξα άλλη μιά νοερή χαιρετούρα – στα πυρηναϊκά πάσα αυτή τη φορά – καθώς το Col de Portet d’Aspet ήταν το τελευταίο πάσο αυτού του ταξιδιού.
Ακόμα 75 χλμ και σε 1 ώρα περίπου ήμουν στη Φουά. Έφτασα στο κέντρο της πόλης και.. άρχισα να ψάχνω για πάρκινγκ· πάρκινγκ όχι με πληρωμή, αλλά δημόσιο χώρο που να επιτρέπεται το παρκάρισμα. Εδώ απαγορευόταν, εκεί απαγορευόταν, μετά από αρκετές γύρες πάρκαρα έξω από ένα αστυνομικό τμήμα. Εκτός από το όμορφο και επιβλητικό κάστρο που είναι χτισμένο πάνω σε έναν ψηλό βράχο και κοιτάει την πόλη, δεν μου τράβηξε κάτι άλλο την προσοχή εκεί γύρω. Απ ό,τι διάβασα, η Φουά, που βρίσκεται στους πρόποδες των Πυρηναίων, προσελκύει τουρισμό το χειμώνα λόγω των κοντινών χιονοδρομικών, και το καλοκαίρι μένουν εκεί περιπατητές για να πεζοπορήσουν στη μεγάλη οροσειρά.





Επίσης, μέσα στην πόλη υπάρχουν αρκετά μέρη που αξίζουν μιά επίσκεψη· όμως εκείνη τη στιγμή δεν είχα όρεξη για περπάτημα μες στο μεσημέρι φορώντας τον εξοπλισμό. Προτίμησα να χτυπήσω μια ωραία μπαγκέτα από τον τοπικό φούρνο, και να πιώ ένα εσπρεσάκι στο καφενείο του κεντρικού δρόμου· πριν το εσπρεσάκι όμως πήγα να πάρω τσιγάρα. Είχα πάρει μερικά πακέτα από Ελλάδα, αλλά τελειώσανε. Πάω σ ένα ψιλικατζίδικο και ζητάω 3 πακέτα. Η τιμή του πακέτου στην Ελλάδα είναι 4.40€·

-“33“, μου λέει η κοπέλα στο ταμείο μιλώντας αγγλικά με γαλλική προφορά·
-“What?“
-“33€“.
Είδε τα γουρλωμένα μάτια μου και με ρώτησε·
-“Where are you from?“
-“Greece.“
-“Welcome to France!“ αποκρίθηκε σκερτσόζικα με χαμόγελο.
-“..ok, i ll just take one pack..“.

Αφού ήπια το διπλό εσπρεσάκι χαζεύοντας την καθημερινότητα της Φουά, κίνησα για Ανδόρρα.
Έφτασα στα δυτικά σύνορα της Ανδόρρας μετά από 70 χλμ· το ξενοδοχείο που είχα κλείσει για απόψε βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του Πριγκιπάτου, άλλα 30 χλμ απόσταση. Με το που μπήκα μέσα από τα δυτικά σύνορα, άρχισε να βρέχει. Όσο πήγαινε έριχνε περισσότερο· έπεσα στην παγίδα του “έλα μωρέ, όπου να ναι θα σταματήσει, άστα τώρα τα κωλοαδιάβροχα..“, κι όσο αυτή η σκέψη έκανε λούπα στο μυαλό μου, τόσο η βροχή δυνάμωνε. Λίγο πριν φτάσω, σταμάτησα σιχτιρίζοντας κάτω από ένα μπαλκόνι και τα φόρεσα..· μου έκανε εντύπωση ότι το κινητό, παρόλο που δεν το είχα βάλει στην αδιάβροχη θήκη, δεν είχε πτοηθεί απ την μεγάλη ποσότητα νερού που έφαγε με ορμή και συνέχιζε να δουλεύει παλικαρίσια.
Ως δια μαγείας, λίγο αργότερα που έφτασα στο ξενοδοχείο η βροχή σταμάτησε· τί πρωτότυπο.. Τακτοποίηση στο δωμάτιο, και έξοδος πριν το φαγητό για μιά μικρή βόλτα όσο είχε ακόμα λίγο φως.



Η Ανδόρρα είναι ένα περίκλειστο κρατίδιο, δεν έχει δηλαδή πρόσβαση στη θάλασσα. Λόγω του ότι βρίσκεται στα Πυρηναία, το κλίμα της, ακόμα και το καλοκαίρι, είναι δροσερό· τον χειμώνα ρίχνει αρκετό χιόνι, και το βράδυ που έμεινα εκεί είχε κρύο. Η οικονομία της βασίζεται κυρίως στον τουρισμό, ελκύει επίσης κόσμο το γεγονός ότι είναι ένας φορολογικός παράδεισος, με χαμηλό ΦΠΑ, φοροελαφρύνσεις, φοροαπαλλαγές και προνόμια· τα τελευταία, μάλλον για λίγους..





Αγόρασα τσιγάρα με 3.90€ το πακέτο, έκανα ανάληψη 200€ με την κάρτα της εθνικής από atm τοπικής τράπεζας χωρίς χρέωση προμήθειας· η τιμή του ξενοδοχείου ήταν σχετικά καλή, το ίδιο και της βενζίνης.



Είναι όμορφη χώρα και μες στο πράσινο, τα κτήρια (ξενοδοχεία, εστιατόρια, μπαρ, κτλ) πολύ προσεγμένα και σικάτα, φτιαγμένα από πέτρα (ή επενδυμένα με πέτρα) και με τις χαρακτηριστικές επικλινείς στέγες. Υπάρχει όμως έντονο το στοιχείο της ομοιομορφίας.. μου θύμισε λίγο περιοχές με εργατικές κατοικίες, που όλα τα κτήρια είναι ίδια, εδώ βέβαια είναι όμορφα. Όπου κι αν κοιτάξεις, θα δεις κτήρια τύπου σαλέ, φτιαγμένα με τα ίδια υλικά, το ίδιο χρώμα, την ίδια τεχνοτροπία.





Το μεγαλύτερο ποσοστό του κόσμου που συνάντησα φόραγε επώνυμα ρούχα με ωραία έντονα χρώματα και σχέδια, πουλόβερ, φλις, μπουφάν και σκούφους βαλμένους με τάξη στο κεφάλι ώστε να ξεχωρίζουν τα περιποιημένα μαλλιά, και τα φαρδιά τους χαμόγελα με τα αστραφτερά κατάλευκα δόντια ξανασοβαρεύαν μετά το κλικ της σέλφι μπροστά από πολυτελή και πληθωρικά SUV.





Μες απ τα δικά μου μάτια θα έλεγα ότι η Ανδόρρα είναι ένα ωραίο κοσμοπολίτικο θέρετρο, όμως, κυρίως λόγω της προαναφερθείσας ομοιομορφίας, μάλλον στερείται πρωτοτυπίας.

 
Τελευταία επεξεργασία:

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Μέρα 21, 28 Απριλίου 2023. Ανδόρρα – Καρκασσόν – Μονπελιέ – Αβινιόν.

Ό,τι κι αν γράψω για τα τοπία και τους δρόμους των Πυρηναίων θα ναι λίγο.
Οι χιονισμένοι και άγριοι βραχώδεις σχηματισμοί, η χορταριασμένη υποαλπική και αλπική ζώνη, η πλούσια βλάστηση στα πιο χαμηλά, οι καταρράκτες, τα λουλουδιασμένα λιβάδια, συνθέτουν ένα μεγαλειώδες φυσικό σκηνικό που εντυπωσιάζει.
Αμ οι δρόμοι; Ευρύχωροι, με καλή άσφαλτο και ωραία χάραξη· ενώ ήθελα να σταματήσω για φωτογραφία σε κάποια σημεία, δεν το έκανα για να μην χαλάσω την ωραία ροή της οδήγησης. Σε σύγκριση με τους δρόμους των Δολομιτών, αυτοί των Πυρηναίων μου φάνηκαν φαρδύτεροι, κι η άσφαλτός τους με λιγότερα σπασίματα και μπαλώματα.
Η γαλλική πλευρά μου άρεσε περισσότερο· όχι γιατί το βουνό είναι πιο όμορφο εκεί, είναι εξίσου όμορφο και στην ισπανική πλευρά. Την διαφορά κάνουν τα κουκλίστικα χωριά κι οι γραφικές κωμοπόλεις που εναρμονίζονται με το ορεινό τοπίο και δίνουν θαυμάσιες εικόνες. Κάποιες φορές, ενώ σταμάταγα για φωτογραφίες, αντί να πάρω το κινητό στα χέρια και να τραβήξω, καρφωνόμουν εκεί, ασάλευτος, φορώντας το κράνος πάνω στη σβηστή μηχανή, κοιτάζοντας μαγεμένος· μετά από λίγο έβαζα μπρος κι έφευγα, ξεχνώνταςτις φωτογραφίες..

Άφησα την Ανδόρρα αποχαιρετώντας την ομορφότατη οροσειρά των Πυρηναίων και κατευθύνθηκα περίπου 190 χλμ βορειοδυτικά φτάνοντας στην Carcassonne· έχει πλούσια ιστορία και μιά πολύ καλά διατηρημένη παλιά πόλη. Έφτασα στο κέντρο, έκοψα μιά βόλτα, τίποτα ιδιαίτερο.









Ξανά καβάλα κάνοντας 3 χλμ για την μεσαιωνική πόλη που έχει χαρακτηριστεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την unesco. Ολόκληρη η οχυρωμένη πόλη είναι το βασικό αξιοθέατο της Καρκασσόν, και στο κέντρο της βρίσκεται ένα κάστρο του χίλια εκατόν κάτι· οι εικόνες των εξωτερικών τειχών, του εσωτερικού της μεσαιωνικής παλιάς πόλης, του κάστρου – που μοιάζουν βγαλμένες από παραμύθι – διαχέουν στην ατμόσφαιρα την αύρα του μεσαίωνα, μεταφέροντας τον επισκέπτη αιώνες πίσω.

















Αφού σουλάτσαρα στα καλντερίμια της πολιτείας της Καρκασόν κάμποση ώρα, ξεκίνησα για τα 150 χλμ της επόμενης στάσης, το Montpellier.
Φτάνοντας, πάρκαρα αλά ελληνικά πάνω σ ένα πεζοδρόμιο που ήταν παρκαρισμένα κι άλλα δίκυκλα, πράγμα που μου έκανε εντύπωση· τις προηγούμενες μέρες δεν είχα τολμήσει να κάνω κάτι τέτοιο, καθώς στην Ισπανία και την Πορτογαλία δεν θυμάμαι να είδα κάπου μηχανάκια παρκαρισμένα πάνω σε πεζοδρόμιο. Φρόντιζα να είμαι όσο μπορούσα τυπικός με τον κοκ, παρατηρώντας όμως παράλληλα και τους ντόπιους δικυκλιστές τους οποίους αναγνώριζα από την πινακίδα, και σε μερικές περιπτώσεις έκανα ό,τι κι εκείνοι.



Άφησα το μηχανάκι και περπατώντας λίγο πιο πέρα έφτασα στην Αψίδα του Θριάμβου· χτίστηκε το 1691 και στο πάνω μέρος της έχει σκαλισμένη μιά επιγραφή που κάτι λέει για τα 72 χρόνια βασιλείας του Λουδοβίκου του μέγα.





Προχώρησα στην μεγάλη πλατεία Promenade du Peyrou, δημοφιλές μέρος για περίπατο, με μεγάλη ανοιχτωσιά που προσφέρει μερική, αλλά ωραία θέα στην πόλη. Εδώ υπάρχει ένα έφιππο άγαλμα του Λουδοβίκου του δέκατου τέταρτου, και πίσω του ένα τμήμα του υδραγωγείου του Saint-Clément το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό μνημείο και αποτελείται από την λεκάνη συλλογής νερού, τον υδατόπυργο που είναι διακοσμημένος με κορινθιακούς κίονες, και την καμαρωτή γέφυρα μεταφοράς νερού για να τροφοδοτείται η πόλη του Μονπελιέ με πόσιμο νερό.

























 

gior-gos

Μέλος
Όνομα
Γιώργος
Μοτό
v85tt
Διαδρομής συνέχεια με ακόμα 100 χλμ για την Avignon. Πάρκαρα στην μεγάλη, όλο ζωντάνια πλατεία του ιστορικού κέντρου, Place de l’Horloge, με την μεγάλη τουριστική κίνηση, εστιατόρια, καφέ, κτλ.



























Μέσα από τους γραφικούς πλακόστρωτους δρόμους, τα βήματά μου με οδήγησαν σε μιά άλλη πλατεία, την Place du Palais· εδώ βρίσκονται μαζεμένα τα περισσότερα αξιοθέατα της πόλης, το σημαντικότερο απ αυτά το Παπικό Παλάτι της Αβινιόν, που αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της unesco. Είναι φρούριο και παλάτι μαζί, και αποτελεί τη μεγαλύτερη κατασκευή γοτθικού ρυθμού του μεσαίωνα. Πράγματι, το κτήριο είναι υποβλητικό· κοιτάζοντάς το, μου ήρθαν στο μυαλό εικόνες με ιππότες, σκηνές απ την ταινία “Το όνομα του ρόδου“, αλλά και αιματηρές εικόνες της Ιεράς Εξέτασης, εικόνες σκοταδισμού..













Δίπλα στο Παπικό Παλάτι βρίσκεται ο καθεδρικός ναός, και δίπλα σ αυτόν το πάρκο Jardin des Doms. Ανέβηκα λίγο πιο ψηλά από έναν δρόμο του πάρκου, και βρέθηκα σ ένα σημείο με ωραία θέα προς τον ποταμό Ροδανό· φάνηκαν τα ερείπια της γέφυρας Σεν Μπενεζέ – επίσης μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της unesco, ο πύργος του Philippe le Bel, και το φρούριο Saint-André, όλα μεσαιωνικά.





















Μ άρεσε πολύ η Αβινιόν· είναι πολύ ατμοσφαιρική, ολούθε ο επισκέπτης μπορεί να αισθανθεί το κλίμα της μεσαιωνικής πόλης· μαζί με τα γραφικά χωριά των Πυρηναίων, το παραμυθένιο Καρκασσόν, και την κλασική κομψότητα του Μονπελιέ, τα οποία συνδυάζουν ένα μείγμα παλιάς και νέας ζωής, μ έκαναν να θέλω ν αφιερώσω ένα ταξίδι αποκλειστικά στην Γαλλία.
Απομέναν γύρω στα 15 χλμ μέχρι το ξενοδοχείο, το οποίο παρεμπιπτόντως ήταν το μοναδικό απ αυτά που έμεινα που είχε τσακωθεί με την καθαριότητα..
Ξεκίνησα για το ξενοδοχείο με την στάθμη της βενζίνης βαθιά στην ρεζέρβα, έπρεπε να γεμίσω άμεσα, κι έτσι, κάνοντας μιά παράκαμψη μερικών χιλιομέτρων, έβαλα από ένα σούπερ μάρκετ· μου έκανε εντύπωση ότι η τιμή της βενζίνης εκεί, ήταν φτηνότερη από των πρατηρίων. Δεν θυμάμαι άν το συνάντησα και σε άλλες χώρες, αλλά στην Γαλλία βενζίνη πουλάνε και τα σούπερ μάρκετ. Αφού γέμισα και ξεκίνησα, μετά από λίγο ένιωσα το γκούζι πιο.. αδύναμο· επίσης, ζεσταμένο όπως ήταν απ την κίνηση, βάραγε πυράκια πιο έντονα απ το συνηθισμένο. “Πω ρε φίλε.. μάπα βενζίνη“. Τότε θυμήθηκα που κάπου είχα διαβάσει ότι όσο καλή είναι η ποιότητα της βενζίνης στα πρατήρια της Ευρώπης, τόσο χάλια είναι στα σούπερ μάρκετ, γι αυτό ίσως και φτηνότερη. Επιβεβαιωθήκαν και τα δύο, καλή βενζίνη στα πρατήρια – με τον κινητήρα να δουλεύει πιο ζωηρά απ ότι με την ελληνική βενζίνη – μάπα του σούπερ μάρκετ, ευτυχώς στην δεύτερη περίπτωση χωρίς συνέπειες.
 
Top Bottom