Βγαίνουμε λίγο από το δρόμο μας για να χαζέψουμε το Vidrovan, το μέρος είναι πραγματικά
Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι: Ένα οροπέδιο με αραιά σπιτάκια σε αγροκτήματα, έντονες κλίσεις στις σκεπές. Πρέπει να πέφτει μπόλικο χιόνι εδώ τον χειμώνα.
Και ένα εργοστάσιο που μετατρέπει τους κορμούς σε σανίδες. Σκληροτράχηλο το φορτηγό απ έξω, στη Σερβία θα συναντούσαμε μπόλικα άσπαστα οχήματα Ρωσικής και Γιουγκοσλαβικής κατασκευής.
Εξακολουθούμε να ανεβαίνουμε και να ανεβαίνουμε, προσπερνώντας διαρκώς το λεωφορείο συναδέλφου του James Bond 007, του Crap 005. Σταματούσαμε για φωτό ή νερό μας περνούσε, μετά από δυο λεπτά το περνούσαμε, έγινε ίσως και δέκα φορές αυτή η ρουτίνα
Τελευταίο δασωμένο κομμάτι μια κατηφόρα διαρκείας προτού αποχαιρετήσουμε την βλάστηση για τα καλά.
Κρύο πλέον, μια σειρά τούνελ μας οδηγούν σ’ ένα πετρώδες οροπέδιο με τον αέρα να σφυρίζει. Για πρώτη φορά βλέπω στη ζωή μου δρακόλιμνη, έτσι δεν αποκαλείται η μάζα νερού που εγκλωβίζεται από το λιώσιμο του χιονιού;
Αν όντως ο βράχος δείχνει το υψόμετρο βρισκόμαστε στα 1.511m από την θάλασσα όπου πλατσουρίζαμε. Ο αέρας δημιουργεί δίνες και κύματα στο χορτάρι, σαν μια απεικόνιση της έντασης του.
Η τοπική Αράχοβα βρίσκεται κοντά, διάσπαρτα σπιτάκια προς ενοικίαση το χειμώνα μάλλον, lift και χρώμα, πολύ χρώμα. Έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι σαφώς βορειότερα, ο καιρός βοηθά σ’ αυτό.
Ά, σας είπα; Υπήρχαν και αγελάδες.
Βενζινάδικο δεν υπήρχε ανοιχτό, αλλά ας πάρουμε την κατηφόρα για την περιβόητη γέφυρα και βλέπουμε. Πράγματι, δυο πιασμένους καρπούς μετά επιτέλους να ‘μαστε στη γέφυρα.
Τα χρόνια της ήταν ότι μεγαλύτερο υπήρχε, αυτό δεν τους εμπόδισε να την ανατινάξουν βέβαια. Το θέαμα απίστευτο, μετά από ώρες στις ερημιές να βλέπεις ένα τόσο επιβλητικό έργο. Μόνο και μόνο που έβλεπες από κοντά κάτι που χρόνια χάζευες online προκαλούσε συναισθήματα.
Εκατέρωθεν έχουν βάλει ziplines, συρματόσχοινα δηλαδή απ’ όπου σε κρεμάνε και περνάς απέναντι. Δεν είμαι βέβαιος για τα μεγέθη, αλλά πρέπει να είναι 600m το μήκος και 200m το ύψος της διαδρομής με το συρματόσκοινο. Ελλείψει βενζινάδικου αποφασίζουμε να γεμίσουμε τα στομάχια και με τον καιρό να βαραίνει, όσο και την ώρα να περνάει αποφασίζουμε ότι δεν προλαβαίνουμε να δούμε τον Εθνικό δρυμό BiogradskaGora, όπως είχαμε σχεδιάσει. Περνάμε λοιπόν τη γέφυρα για να φτάσουμε στα σύνο.. ΤΙΙΙ;;;; Το zipline κοστίζει μόλις 10€;;; Απογοητεύομαι που δεν το είδα νωρίτερα, πλέον δεν υπάρχει χρόνος, κρίμα, πολύ κρίμα.
(διακρίνετε τον τύπο στο συρματόσχοινο
Πορεία προς τα σύνορα, σ’ ένα φυλάκιο χαμένο στα έλατα ο Μαυροβούνιος υπάλληλος παίζει με την κόρνα από το CBR για να πειράξει τον τοπικό… Γιώργο Γαλάτη, έναν 50αρη με δικτυωτό μπλουζάκι, σκισμένα τζιν και μακρύ μαλλί. Μου ζητάει στη νοηματική να φύγω με σούζα. Ζωάρα ο τύπος. Ο Σέρβος συνάδελφος του βλέποντας τις ταυτότητες αλαλάζει ‘Tsipras tsipras’ με μεγάλη χαρά. Μας ξέρουν παντού, δεν μπορώ να πω.
Βενζινάδικο πουθενά, χαμηλή συννεφιά, έλατα και ερημιά. Δύσκολο να πιστέψεις ότι το πρωί ήμασταν στο κοσμοπολίτικο Dubrovnik. Ρωτάω για ‘Γκαζολίν’ σε κάτι σαν καφενεία, ‘προχώρα’ γνέφουν, αλλά η ρεζέρβα ήδη καταναλώνεται. Εν τέλει σε μια μουντή πόλη με λιγνιτικά εργοστάσια βρίσκεται το πολυπόθητο βενζινάδικο. Το κρύο τσουχτερό πλέον, βάζουμε αδιάβροχα να το μετριάσουμε κάπως.
Όλος ο τόπος είναι σκαμμένος για εξόρυξη, το σκηνικό post apocalyptic στην καλύτερη των περιπτώσεων. Το ηθικό αναπληρώνει η γνωριμία με έναν Κροάτη που πηγαίνει Βελιγράδι με το Z750S του. Οδηγούμε παρέα, ο δρόμος επιτρέπει υψηλότερες ταχύτητες και κινούμαστε αρκετά σβέλτα. Πάνω στον ενθουσιασμό χάνω μια διασταύρωση και σταματώ να ελέγξω την πορεία. Προς έκπληξη μου ο τύπος κάνει αναστροφή και επιστρέφει να δει αν είμαστε καλά μιας και μας έχασε από τους καθρέφτες του!
Επιστροφή στο Nova Varos και αδυνατώ να πιστέψω ότι αυτή είναι η πορεία μας. Έχετε ταξιδέψει ποτέ στους δρόμους της Ευρυτανίας; Όχι στο Καρπενήσι, στα μικρά χωριουδάκια. Υπάρχουν κάποιοι δρόμοι που δεν οδηγούν πουθενά, σε στάνη, σε ξωκλήσσι, κάτι τέτοιο. Έτσι ήταν και ο δρόμος μας. Τα μπαλώματα ατελείωτα, μόνο που τα κάνουν διαφορετικά από εμάς εκεί: Κόβουν ένα τετράγωνο γύρω από την ακανόνιστη λακούβα και μπαλώνουν με άσφαλτο. Αυτός ο δρόμος είχε μπαλωθεί τόσες φορές που τα διάφορα κομμάτια είχαν άλλο χρώμα ανάλογα με την ηλικία, κάτι σαν digital παραλλαγή.
Ευθεία μεγαλύτερη των εκατό μέτρων δεν υπάρχει, στο τσακ είναι από το να αρχίσει μπόρα, ψυχή τριγύρω, κούραση, έλατα και να σουρουπώνει. Επιστρατεύω ότι κουράγιο έχω και οδηγώ διαρκώς με δευτέρα. Δεν είμαι άμαθος από ορεινές διαδρομές, αλλά και το σκοτάδι που πέφτει κάνει τα πράγματα πιο ζόρικα. Το μυαλό παίζει παιχνίδια, λίγο θα με εξέπληττε να έβλεπα σοβιετικά tanks σ’ αυτά τα μέρη ή συντρίμμια από το καταρριφθέν F117 των Αμερικάνων. Άλογα καλπάζουν δίπλα μας, τεράστια σκαπτικά μηχανήματα σκουριάζουν στην άκρη του δρόμου. Σουρεάλ καταστάσεις. Σε ένα από τα λίγα χωριά παρατηρώ άλλο στερεότυπο, squatting slavs, δηλαδή παρέα από ντόπιους νεαρούς με φόρμες adidas που κάθονται στην στάση ‘βαθύ κάθισμα’.
Δύο ώρες αργότερα και άφαντο το Novi Pazar, οι ταμπέλες πότε λένε ότι είναι 10kmμακριά, πότε ότι είναι 25, μια τυχαιότητα. Ρωτάω ένα κορίτσι σε mini market και μου λέει 20 λεπτά ακόμη, ηθικό της Άλεξ στα τάρταρα, είχε ταλαιπωρηθεί και η ώρα κόντευε 11. Εν τέλει, το Novi Pazar ήταν 5 λεπτά μακριά, μπουσουλώντας εννοούσε η κοπέλα;
Τέλος στην κούραση δίνει το ξενοδοχείο, Dragulj Hotel λοιπόν, ότι πιο cultθα μπορούσε να υπάρξει. Κτήριο μάλλον του ’70 με τρεις αίθουσες για τραπέζια γάμων, κόκκινα πλακάκια με στρας στα πατώματα, κουρτίνες βαρύτερες από του Λουδοβίκου και μηχάνημα καθαρισμού παπουτσιών στο διάδρομο, οι κομισάριοι δεν μπορούσαν να είναι αγυάλιστοι.
O χώρος είναι τόσο αστείος που δεν μας πειράζει που ο ρεσεψιονιστ μας βάζει σε δωμάτιο με τρια μονά κρεβάτια, ο άνθρωπος δεν ήξερε ΓΡΥ αγγλικά. Γελάμε με το δωμάτιο, το logo του ξενοδοχείου, το διαμάντι, υπάρχει κολλημένο παντού, τρεις φορές σε κάθε κρεβάτι, στην τηλεόραση, στην ντουλάπα, παντού. Εξαντλημένοι δίνουμε τέλος στην ημέρα, αν και ο ιμάμης κατά τις 5 σημαίνει εγερτήριο.