Aprilia Tuareg 660.
Δε θυμάμαι άλλη φορά να οδήγησα μοτοσυκλέτα που να με μπέρδεψε τόσο πολύ. Τη στιγμή που την άφησα με απασχόλησε πολύ αυτή η σκέψη και η μόνη εξήγηση που μπορούσα να δώσω είναι πως βλέποντας τόσο καιρό τα βίντεο αλλά και διαβάζοντας τα specs ήμουν θετικά -και μάλιστα έντονα- προδιαθετημένος. Κάτι άλλο που πιθανά να έχει παίξει ρόλο είναι πως είναι η πρώτη On/Off μοτοσυκλέτα που πήρα για test ride από την απόκτηση του NUDA900R και μετά. Από τότε έχει προηγηθεί μόνο ένα test ride και αυτό ήταν αυτό του Honda NC750X (που δεν είναι On/Off).
Το Tuareg 660 που δοκίμασα είχε γράψει κάτι λιγότερο από 3000 χλμ και ως μοναδική έξτρα προσθήκη είχε μια Comfort σέλα η οποία πρόσθετε δυο πόντους σε ύψος. Δυστυχώς δε μπορώ να έχω τη σύγκριση, ο πωλητής όμως μου είπε πως επειδή είναι πιο μαλακή με το που κάθεσαι πάνω της ουσιαστικά οι δυο επιπλέον πόντοι μηδενίζονται και επανέρχεσαι στο ίδιο ύψος με τη στάνταρ σέλα.
Αλήθεια η ψέματα δε ξέρω πάντως εγώ σίγουρα θα επέλεγα την ψηλότερη σέλα καθώς και με αυτήν είχα μια περίεργη αίσθηση ότι το τιμόνι ήταν αρκετά ψηλά σε σχέση με ότι έχω συνηθίσει σε καθιστή θέση. Αντιθέτως σε όρθια θέση οδήγησης όλα ήταν τέλεια, ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι.
Στη θέση του συνεπιβάτη και κάτω από τη σέλα είναι κρυμμένες οι φωλιές όπου αυτός ή αυτή μπορεί να αγκαλιάσει με τα χέρια του/της, πιάνοντας και το λεπτό τμήμα του υποπλαισίου για να κρατηθεί καλά.
Με το που βάζεις το κλειδί και στρίψεις τη πρώτη σκάλα από τη θέση Lock προς τη θέση Off, που ουσιαστικά είναι μόνο το ξεκλείδωμα (πριν τη θέση On) το κλειδί δεν μπορεί να αφαιρεθεί. Προχωρώντας στη θέση On ανάβει η οθόνη με το σύνηθες πια καλωσόρισμα της κάθε εταιρείας. Ωραία οθόνη, φωτεινή και ευανάγνωστη.
Κάτω από την οθόνη μια αυτοκόλλητη ετικέτα προειδοποιεί για χρήση της μοτοσυκλέτας μέχρι τα 170 χλμ/ώρα όταν αυτή φοράει ελαστικά τύπου M+S με ένδειξη ταχύτητας R (Mountain + Snowflake).
Η βόλτα ξεκίνησε με μια εξαιρετική πρώτη εντύπωση από το βουτυρένιο και σαφές κιβώτιο ταχυτήτων. Τα εργοστασιακά πατητά είναι αρκετά φαρδιά και η αφαιρούμενη μαλακή γόμα που είναι τοποθετημένη στο εσωτερικό τους σε οδήγηση με όρθια θέση υποχωρεί εύκολα με το βάρος του αναβάτη και προσφέρει καλύτερο κράτημα στο πέλμα της μπότας. Φυσικά σε μεγάλη χωμάτινη βόλτα θα την αφαιρούσα.
Από την άλλη πλευρά το ποδόφρενο έχει στο τελείωμα του ένα αφαιρούμενο άκρο, με τη πολύ ενδιαφέρουσα δυνατότητα να το αναστρέψεις και χωρίς καμία άλλη παρέμβαση να έχει αυτομάτως ένα ποδόφρενο που θα σηκωθεί περίπου κατά έναν πόντο (αν αυτό βολεύει κάποιον καλύτερα στην άσφαλτο ή στο χώμα). Μιλώντας για φρένα να πω πως το πίσω είναι πραγματικά εξαιρετικό σε δύναμη και αίσθηση ενώ το μπροστά φαίνεται να του λείπει κάποια δύναμη αλλά έχει πολύ καλή αίσθηση και προοδευτικότητα καθώς συνεργάζονται εξαιρετικά οι μπροστινές αναρτήσεις. Να προσθέσω ότι οι μπροστινές δισκόπλακες μου φάνηκαν σχετικά λεπτές σε σχέση με ότι έχω συνηθίσει να βλέπω, πράγμα που δεν ξέρω αν έχει οποιαδήποτε θετική ή αρνητική επίδραση. Πάντως η μέτρια δύναμη του μπροστινού θεωρώ πως είναι μια εσκεμμένη επιλογή για τη πιθανή επίσκεψη στα χώματα και σε καμία περίπτωση δεν είναι μια αρνητική κριτική η οποία θα λειτουργούσε με οποιονδήποτε τρόπο αποτρεπτικά.
Όταν το βλέμμα σου πλανιέται πάνω της ανακαλύπτεις ότι είναι μια περιποιημένη μοτοσυκλέτα με ωραίο φινίρισμα σε όλα της τα μεταλλικά και πλαστικά μέρη. Οι ζάντες είναι ακτινωτές τύπου tubless το οποίο θεωρώ εν έτη 2023 ως μια αυτονόητη προσθήκη για μεγάλα On/Off. Ίσως για τα On/Off της μεσαίας κατηγορίας που ο κινητήρας περιορίζει τις υψηλές τελικές ταχύτητες και ίσως και τις παρατεταμένες Μ.Ω.Τ. να μην είναι τόσο πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση είτε είναι μεγάλη είτε μια μεσαία On/Off είναι ένα στοιχείο που για εμένα είναι καλοδεχούμενο.
Ωραία, ποιοτικά και τακτοποιημένα όλα. Όμορφα πλαστικά καλύπτουν τα εκτεθειμένα σημεία του πλαισίου και του ψαλιδιού και η μεταλλική ποδιά καλύπτει αρκετά καλά την αντλία νερού. Είναι αλήθεια πως όποιος ασχολείται σοβαρά με τις χωμάτινες επισκέψεις αλλάζει εύκολα ποδιές και χούφτες στο τιμόνι αλλά είναι από τις μοτοσυκλέτες που όπως έρχεται από το εργοστάσιο είναι πολύ καλά προφυλαγμένη για τους περισσότερους ιδιοκτήτες οι οποίοι συνήθως θα κάνουν απλές χωμάτινες διελεύσεις.
Είναι κρίμα που ενώ το πρόσεξα δεν τράβηξα μια σωστή φωτογραφία στην δεξιά χούφτα, η οποία έχει ένα "αυτάκι" που αγκαλιάζει το ορθογώνιο μεταλλικό δοχείο του μπροστινού φρένου.
Η μπροστινή ανεμοκάλυψη για εμένα ήταν επαρκέστατη μέχρι τα 140 χλμ/ω. Δυστυχώς αν και εσκεμμένα έκλεισα το ραντεβού για τις 11:00 τελικά η κίνηση στους δρόμους και μέχρι τον Ασπρόπυργο -μέσω της παλιάς Εθνικής- ήταν έντονη. Έτσι τα 140 χλμ/ω δεν είναι μια ταχύτητα που μπορεί να σου δώσει μια συνολική εικόνα για το τι γίνεται από άποψη ανεμοκάλυψης αλλά σίγουρα είναι μια αποδεκτή ταχύτητα ταξιδιού για ένα μεσαίο On/Off. Οπότε για εμένα η προσφερόμενη ανεμοκάλυψη είναι ΟΚ, δεδομένου ότι σου αφήνει και πολύ καλό οπτικό πεδίο όταν επισκέπτεσαι χωμάτινες διαδρομές.
Τα Modes που ρυθμίζουν το στυλ οδήγησης ρυθμίζονται πολύ εύκολα από κουμπί σε θέση κάτω από το αντίστοιχο της μίζας. Ένα εξαιρετικά θετικό στοιχείο είναι πως η μοτοσυκλέτα θυμάται τη τελευταία θέση στην οποία έχεις αφήσει οποιοδήποτε modes ακόμη και αν το έχεις παραμετροποίησει. Στη θέση Off-road καταργείται το TC και το πίσω ABS και είδα κάπου ότι με παρατεταμένο πάτημα απενεργοποιείται εντελώς το ABS (εμπρός και πίσω). Δυστυχώς δεν το δοκίμασα οπότε το μεταφέρω με ένα ερωτηματικό.
Τέλος με τις φωτογραφίες και ερχόμαστε στα δύσκολα.
Όλος αυτός ο πλούτος των ηλεκτρονικών έχει ένα disadvantage, δεν σε αφήνει να "διαβάσεις" καλά τον χαρακτήρα ενός κινητήρα και είναι χρονικά αδύνατο να πειραματιστείς, να εκπαιδευτείς και να κατανοήσεις αν τελικά αυτός σου αρέσει ή δεν σου αρέσει.
Το να παίξεις με τα modes του Tuareg 660 είναι εύκολο αλλά το να παραμετροποιήσεις επηρεάζοντας το πόσο θέλεις εσύ (ή όχι) να παρεμβαίνει στο TC ή στο φρένο του κινητήρα δεν είναι εύκολη υπόθεση στα 30 λεπτά ενός test ride. Ακόμη και μιας ώρας να ήταν δε νομίζω ότι θα ήταν εφικτό καθώς θέλεις να οδηγήσεις για να προλάβεις ότι μπορείς από τα βασικά στοιχεία αίσθησης που σου δίνει μια μοτοσυκλέτα. Είναι κρίμα γιατί ειδικά σε μια μοτοσυκλέτα μεσαίας δύναμης και κυβισμού τα πράγματα είναι τραβηγμένα από τα μαλλιά και θέλεις να ξέρεις ποιο είναι το άνω άκρο της από άποψη δύναμης αλλά κυρίως ροπής (για εμένα).
Οπότε... η οποιαδήποτε εντύπωση που αποτυπώνω είναι αυτή που μου δόθηκε παίζοντας μόνο με τα modes URBAN/EXPLORE/OFF-ROAD.
Ανεβαίνω πάνω λοιπόν και η πρώτη αίσθηση είναι περίεργη καθώς όπως περιέγραψα και παραπάνω μου φάνηκε ότι κάθομαι ασυνήθιστα "μέσα" σε σχέση με ότι έχω συνηθίσει. Κάπως παλιομοδίτικο μου φάνηκε και μου θύμισε τις παλιές On/Off made in Japan. Σύντομα αποκαλύφθηκε η εξαιρετικά ελαφριά της αίσθηση και το πολύ καλό κέντρο βάρους που είχε συγκριτικά με το Tenere 700 (ξέρουμε πλέον ότι για αυτό ευθύνεται η όψη του ψευδορεζερβουάρ ενώ το πραγματικό κρύβεται κάτω από το μπροστινό τμήμα της σέλας). Ομολογώ βέβαια πως παρά το περίεργο αίσθημα φαίνεται πως τα χέρια ερχόντουσαν σε μια αρκετά ξεκούραστη θέση για μεγαλύτερα ασφάλτινα ταξίδια. Όμως νιώθω πως στο χώμα θα σηκωνόμουν αρκετά συχνά καθώς εκεί δεν "κούμπωνα" βάση συνήθειας αλλά και επειδή σε όρθια θέση ήταν όλα τέλεια με ένα στενό σημείο στο ρεζερβουάρ που αποτελεί τη συνέχεια μιας επίσης στενής σέλας στο σημείο αυτό. Πραγματικά αυτή η μοτοσυκλέτα με μπέρδευε γιατί έχει όλα τα καλά χαρακτηριστικά μιας On/Off με τεράστιες χωμάτινες δυνατότητες, ενώ καθισμένος στη σέλα της νομίζεις ότι καβαλάς μια ελαφριά -και καλοζυγισμένη μάλιστα- Africa Twin 750 των '90s. Δεν ξέρω αν αυτό μεταφράζεται σε κάτι καλό ή κακό (ως γενική αρχή) αλλά εμένα προσωπικά δε μου άρεσε. Πιθανότερη αιτία είναι ότι έχει φύγει από την εγκεφαλική μου κωδικοποίηση αυτή η θέση οδήγησης. Είναι ένα από τα αρνητικά σημεία που κατέγραψα αλλά.... είναι τόσο σημαντικά ώστε να την αφαιρέσω από το μυαλό μου ως πιθανό μελλοντικό απόκτημα. Το δεύτερο θα το διαβάσετε παρακάτω.
Οι αναρτήσεις με τις μεγάλες διαδρομές τους είναι απλά υπέροχες. Έπαιξα λίγο πίσω από το περίπτερο 14 στο Χαϊδάρι και στο κέντρο του Ασπροπύργου με σκαλοπάτια και πεζοδρόμια αλλά ήταν ολοφάνερο και από τις τραγικές συνθήκες της ασφάλτου στη περιοχή ότι διάβαζε σαν χαλί οποιαδήποτε κακοτεχνία. Οι μεγάλες διαδρομές έδιναν αίσθημα ξεκούραστης οδήγησης χωρίς όμως να γίνεται γιογιό. Αν και δεν μπήκα καθόλου χώμα, καθώς το ενδιαφέρον μου στη κατηγορία περιορίζεται σε απλές διελεύσεις με σκοπό την προσέγγιση ενός φυσικού τοπίου χωρίς ακρότητες, μπορώ να πω ότι στις αναρτήσεις του θα έβαζα άριστα και σίγουρα είναι καλύτερες από το Tenere 700 πρώτης γενιάς (δεν ξέρω για το WR).
Κινητήρας. Αν διαβάσετε τα τεχνικά χαρακτηριστικά είναι τόσο κοντά με το Tenere 700 ώστε να σου δημιουργείται η βεβαιότητα ότι θα αισθανθείς παρόμοια πράγματα. Όχι. Μέχρι της 4-5 χιλιάδες στροφές -ως αίσθηση- απουσιάζει η ροπή και παρ' όλο που ακούς των κινητήρα να επιταχύνει στις στροφές δεν νιώθεις ότι αυτό αποτυπώνεται αντίστοιχα στο δρόμο. Γενικά ποιο smooth αίσθηση μέχρι τις μεσαίες στροφές από το Tenere 700 που όμως.... χμ.... δε ξέρω. Με ταχύτητα ταξιδιού 130 χλμ/ω, όλα είναι υπέροχα. Στα 140 χλμ/ω ο κινητήρας αρχίζει και παράγει θόρυβο και κραδασμό στο τιμόνι. Ήταν δυσάρεστο. Και εκεί δε ξέρω τι θα γινόταν αν είχα την ευκαιρία να πάω για αρκετά δευτερόλεπτα με 150 ή 155 χλμ/ω. Ίσως τα πράγματα να βελτιωνόντουσαν πάλι. Δυστυχώς η κίνηση δε με άφησε να το δοκιμάσω. Τα 140 χλμ/ω πάντως για εμένα είναι ενδεικτική ταχύτητα ταξιδιού για ένα μεσαίο δικύλινδρο και δεν μου άρεσε ο ήχος και η απόδοση του κινητήρα. Σε αυτό το σημείο είναι που μπήκα σε σκέψεις πως θα ήταν αυτός ο κινητήρας αν δεν ήμουν στο Mode EXPLORE ή αν τον είχα απελευθερώσει εντελώς από TC και φρένο κινητήρα και φοβάμαι μήπως αδικώ τη μοτοσυκλέτα γιατί εδώ συνάντησα το δεύτερο αρνητικό στοιχείο. Επειδή το θέμα της απόδοσης (και όχι της επίδοσης) του κινητήρα είναι κάπως εξαρτώμενο από όλα αυτά τα ηλεκτρονικά, θα ήθελα να τοποθετηθούν οι κάτοχοι γιατί δεν είμαι "τακτοποιημένος" με το αποτύπωμα που καταθέτω εδώ. Ίσως βοηθήσουν στο να ξεκαθαριστούν κάποια πράγματα. Θα προτιμούσα -και αυτό είναι γενική τοποθέτηση- μοτοσυκλέτες μέχρι 100 άλογα να μην έχουν ηλεκτρονικά βοηθήματα, η απουσία τους με βοηθά να καταλάβω πολύ καλύτερα πως πρέπει να τη δουλέψω με έναν κινητήρα στα διάφορα τερέν.
Αυτή είναι η εντύπωση που αποκόμισα από το Tuareg 660 με πολλές επιφυλάξεις στο κομμάτι της απόδοσης του κινητήρα και το λέω αυτό ναι μεν με μια άχαρη ευθύτητα αλλά και με σκέψεις γιατί έχω δηλώσει πολλές φορές πόσο περισσότερο μου άρεσε (με βάση τα ευρύτερα specs) από το Tenere 700.
Τελευταία επεξεργασία: