Η διαδρομή
https://postimg.cc/fkLtfQbN][/url]
Οι συμμετέχοντες
https://postimg.cc/t13ntRKS][/url]
Αργήσαμε να φύγουμε από το σπίτι και ένα άγχος το είχα για το αν θα προλάβουμε το καράβι, που να ήξερα.
Φθάσαμε 10 παρά τέταρτο και περιμέναμε στην ουρά για να περάσουμε τους ελέγχους και μετά στην ουρά για να μπούμε μέσα.
Το όλο σύστημα δεν έχει στηθεί καλά ακόμα οπότε έχουν καθυστερήσεις.
Το καράβι και το πλήρωμα είναι από την Ουκρανία ( το πλήρωμα είναι σίγουρα).
Δένουμε την μηχανή και ανεβαίνουμε στην ρεσεψιόν η οποία μας ενημερώνει στα αγγλικά ότι με το εισιτήριο που έχουμε για κατάστρωμα (deck) μπορούμε να κυκλοφορούμε στο πλοίο αλλά μπορούμε να καθίσουμε σε συγκεκριμένο σαλόνι εκτός αν θέλαμε να κάνουμε αναβάθμιση. Αρνηθήκαμε ευγενικά και η επόμενη ερώτηση ήταν αν θα θέλαμε να δειπνήσουμε σε αυτό, απαντήσαμε καταφατικά και φάγαμε την πρώτη κατραπακιά 30 ευρώ !!!
Ανεβήκαμε στο σαλονάκι που μάς υπόδειξαν και κάτσαμε σε ένα τραπεζάκι (οι καναπέδες ήταν πιασμένοι)
Καθώς δέναμε την μηχανή γνωρίσαμε και ενα τούρκο τον Γκουβεντσ (Γιατρός από το Κουσάντασι) ο οποίος επέστρεφε σπίτι του μετά από ένα ταξίδι στα Ελβετικά αλπικά πάσα, καβαλούσε ένα Yamaha Super Tenere του 2015.
Μόλις μας είδε στο σαλονάκι μας κέρασε καφέ και αρχίσαμε να τα λέμε για τα ταξίδια μας, για τις ζωές μας, τα σχέδια μας, τις μηχανές μας κτλ.
Πέρασε καμιά ώρα έτσι και όταν έγινε η ανακοίνωση ότι άνοιξε η τραπεζαρία τον αφήσαμε και κατεβήκαμε με τον Νίκο για το βραδινό μας.
Υπήρχαν και άλλοι 3 Έλληνες που είχαν φάει ήδη και μας κατατόπισαν για το τι μας περίμενε.
Το μενού ήταν συγκεκριμένο και δεν είχες επιλογές!!!
Λοιπόν, καθόμαστε, έρχεται η σερβιτόρα και αφήνει 2 μπολάκια με χωριάτικη σαλάτα ψιλοκομμένη και ένα πιάτο με γκοφρέτες (αυτό ήταν το επιδόρπιο) ψωμί που πρέπει να το είχαν φέρει από την Ουκρανία και το κυρίως πιάτο πατάτες ψητές με κοτόπουλο με σάλτσα μανιταριών και καρότο και παντζάρι σαλάτα (δεν τα ακούμπησα), επίσης έφεραν μια κανάτα με ζεστό νερό σε περίπτωση που θα ήθελες να φτιάξεις τσάι.
Φάγαμε ότι μπορούσαμε, παρεμπιπτόντως οι γκοφρέτες αν και ανοιγμένες καιρό ήταν το καλύτερο πιάτο !!!
Κλαίγαμε τα 30 ευρώ.!!!
https://postimg.cc/MnrQKry5][/url]
Περάσαμε από το captains bar (πιασάρικο όνομα) το οποίο ήταν άδειο (γενικά το καράβι ήταν άδειο) και πήραμε 3 μικρά μπουκαλάκια νερό προς 1 ευρώ το καθένα !!!
Τι να κάνουμε διψάγαμε και δεν είχαμε φροντίσει (είχαμε 3 λίτρα παγωμένο νερό στην μηχανή αλλά τα ξεχάσαμε)!!!
Ανεβήκαμε πάλι στο σαλονάκι, ήταν άδειος και ένας καναπές τον πιάσαμε σαν σωστοί Έλληνες ( το ίδιο κάνουν και οι Τούρκοι, τελικά μοιάζουμε σε πολλά) και βγήκαμε έξω στο κατάστρωμα το οποίο είναι στην μέση του πλοίου γιατί έχουν εξωτερικό χώρο για να παρκάρουν οχήματα.
Το βαπόρι δεν είναι σαν αυτά που έχουμε συνηθίσει μέχρι τώρα, είναι καθαρά για να μεταφέρει οχήματα (νταλίκες) και τους οδηγούς τους, έχει πολλές καμπίνες αλλά λίγα σαλόνια ,τουλάχιστον αυτά που βρήκαμε.
Το πρόβλημα είναι ότι το συγκεκριμένο βαπόρι δεν το άγγιξε η περεστρόικα, έμεινε όπως ήταν για να μας ταξιδεύει όχι μόνο μεταξύ Λαυρίου και Τσεσμέ αλλά κυρίως πίσω στον χρόνο.
Αφού συναντήσαμε πάλι τον Γκουβέντς, τον κεράσαμε μια μπύρα και συνεχίσαμε την συζήτηση και ανακαλύψαμε πόσα μας ενώνουν και πόσα μας χωρίζουν, συζητάγαμε για ώρες επί παντός επιστητού από ταξίδια, πολιτική, σύνορα, στρατός, οικονομία, κτλ και πάλι από την αρχή.
Σε γενικές γραμμές αυτά που μας χωρίζουν είναι λιγότερα και μας τα επιβάλουν άλλοι...
Πέρασε η ώρα και είπαμε και τις καληνύχτες μας, αυτός πήγε στην αεροπορική θέση που είχε κρατήσει και εμείς προς τον καναπέ μας αλλά δυστυχώς μια Τουρκάλα είχε ξαπλώσει διπλωμένη μεταξύ των δικών μας πραγμάτων και ενός άλλου, έτσι όπως ήταν τα πράγματα δεν χωράγαμε εκτός άν ο Νίκος ξάπλωνε αγκαλίτσα μαζί της, αλλά φερθήκαμε σαν γνήσιοι τζεντλεμαν (καβαλάμε ROYAL μηχανάκι) και πήραμε τα πράγματα μας για να τεντωθεί και λίγο το κορίτσι, μαζέψαμε λοιπόν 3 σκαμπό και 2 καρέκλες και την πέσαμε και εμείς για ένα όχι και τόσο ξεκούραστο βράδυ.
Κοιμηθήκαμε όπως όπως, ο Νίκος αρκετά καλύτερα από εμένα ,
Είχαμε και μουσική δωματίου από ένα Τούρκο....
Ημέρα πρώτη
Ξυπνήσαμε το πρωί και τα πάντα ήταν κλειστά, ούτε σκέψη για καφέ το μόνο που υπήρχε διαθέσιμο ήταν τα νερά που αγοράσαμε το προηγούμενο βράδυ, σκέτο νεράκι λοιπόν...
Μέτα ξεκίνησε η αναζήτηση της τουαλέτας έπρεπε να ψάξουμε το μισό καράβι...
Το πλήρωμα άφαντο...
Έφθασε στο λιμάνι και άρχισε τις διαδικασίες για να δέσει, προφανώς ο καπετάνιος δεν το είχε με την όπισθεν οπότε επιστρατεύτηκε ένα ρυμουλκό .Μετά από αρκετή ώρα δέσαμε και περιμέναμε να μας πουν να πάμε στο γκαράζ, περιμέναμε, περιμέναμε...
Κατά την διάρκεια της αναμονής είδαμε και ένα σκάφος της Τουρκικης ακτοφυλακής να είναι γεμάτο κόσμο και να σέρνει ένα μαύρο φουσκωτό, κάποιοι προσπάθησαν να περάσουν απέναντι στην Ελλάδα αλλά δεν τα κατάφεραν!!!
Κάποια στιγμή μας αφήνουν.
Κατεβαίνουμε και λύνουμε την μηχανή, φοράμε μπουφάν, κράνη κτλ και κατεβαίνουμε μια ράμπα για να πάμε προς την έξοδο του πλοίου η οποία ήταν κλεισμένη με αλυσίδα.
Ξανά περιμένουμε, περιμένουμε....
Μετά από κάποια ώρα ο Γκουβέντς ρωτάει και μαθαίνουμε ότι δεν είχαν καταθέσει κάποια έγγραφα και για αυτό τον λόγο δεν μας άφηναν οι Τούρκοι να βγούμε.
Πρέπει να πέρασε κανά μισάωρο μέχρι να βγάλουν οι του βαποριού με τους Λιμενικούς ώστε να μας αφήσουν.
Άντε και βγήκαμε παρκάραμε την μηχανή και πήγαμε να περάσουμε το τελωνείο, ήμασταν τυχεροί γιατί ένα κρουαζιερόπλοιο άδειασε 1500 άτομα όπως μάθαμε, και τους έστελναν ανά γκρούπ να περάσουν έλεγχο, μεταξύ 2 γκρούπ περάσαμε και εμείς.
Ο Γκουβέντς ανέλαβε να μας βοηθήσει με τα έγγραφα της μηχανής.
Ξεμπερδέψαμε και με αυτό χαιρετιστήκαμε και τράβηξε ο καθένας τον δρόμο του.
Εμείς ψάχναμε ΑΤΜ, το βρήκαμε ,βγάλαμε κάποια χρήματα και μετά ψάξαμε για να αγοράσουμε Τούρκικη sim για να έχουμε δεδομένα στο ταξίδι μας.
Αφού ρωτήσαμε κάποια νέα παιδιά, αμέσως καταλάβαμε ότι τα Αγγλικά δεν τα μιλάνε πολύ στην γείτονα χώρα, με κάποια σπαστά αγγλικά και με νοήματα μας έδειξαν που θα βρούμε.
Βρήκαμε ένα κατάστημα και ξεκίνησε η περιπέτεια να συνεννοηθούμε με την κοπέλα με την μαντίλα, μετά κανα 15 λεπτο είχαμε στα χέρια μας τουρκικο νούμερο με δώρο 8,5GB με μόνο 23 ευρώ.
Βάλαμε στο GPS να μας πάει στην Αρχαία Έφεσο, με το που βγήκαμε εθνική είχε διόδια αλλά εδώ δεν πληρώνεις είναι ηλεκτρονικά με το που βλέπουμε τις ταμπέλες αναστροφή και ψάχνουμε να δούμε πως αγοράζεις την ηλεκτρονική συνδρομή για τα διόδια, αρχίζει να ρίχνει κάτι ψιχάλες σαν 2ευρα, σταματάμε στην άκρη φοράμε αδιάβροχα...
Ξεκινάμε και βλέπουμε μια πινακίδα για γραφείο πληροφοριών για τουρίστες, στρίβουμε πρός την κατεύθυνση που έδειχνε αλλά το περνάμε χωρίς να το δουμε και καταλήγουμε να κάνουμε ένα μεγάλο κύκλο στην μαρίνα του Τσεσμέ, εν τω μεταξύ έχει βγάλει ήλιο και εμείς βράζουμε με τα αδιάβροχα, το βρίσκουμε, κατεβαίνω ρωτάω έναν ευγενέστατο υπάλληλο, ο οποίος με ενημερώνει σε καλά αγγλικά να πάω στο ταχυδρομείο και να αγοράσω την συνδρομή, μου λέει και πώς λέγεται το ταχυδρομείο και που βρίσκεται.
Ξεκινάμε και είναι στην μαρίνα του Τσεσμε, παρκάρω την μηχανή και βγάζουμε τα αδιάβροχα, είχαμε γίνει μούσκεμα από την ζέστη.
Μπαίνω στο ταχυδρομείο ρωτάω, μου δίνουν ένα έγγραφο να συμπληρώσω πληρώνω και 70 λίρες και φεύγουμε.
Με όλα αυτά η ώρα είχε πάει 12:30 χωρίς καφέ, λέω θα βρούμε στον δρόμο, βγαίνουμε πάλι στην εθνική και φτάνουμε στα διόδια, υπάρχουν 2 επιλογές (με διαφορετικά ηλεκτρονικά συστήματα) η OGS και η HGS (εμείς έχουμε την δεύτερη) δεν θυμόμουν πιά έχω όποτε περνάω από αυτή που είναι μπροστά μου (OGS) ευτυχώς δεν έχουν μπάρες, αντί για πράσινο ανάβει ένα πορτοκαλί φώς, το αγνοούμε και συνεχίζουμε.
Πιάνουμε μια ταχύτητα γύρω στα 110 χλμ και πηγαίνουμε, σε αυτή την χώρα έχουν μεγάλες ανηφόρες (και εννοούμε μεγάλες) το Himalayan ζορίζεται να κρατήσει 90 χλμ με τους δυό μας και όλα τα μπαγκάζια μας.
Αυτό δεν μας κάνει αργότερους από τα υπόλοιπα οχήματα γιατί και προσπεράσεις κάνουμε και μπορούμε να ακολουθήσουμε την κίνηση.
Συναντάμε ένα τρακάρισμα αλλά ευτυχώς τίποτα το τραγικό κάτι προφυλαχτήρες.
Λίγο πιο κάτω βλέπουμε βενζινάδικο με ταμπέλα για σταρμπακς, σταματάμε γεμίζουμε, παίρνουμε και από ένα καφέ εκεί συναντήσαμε και την πρώτη μηχανή μια bmw 1200 που την οδηγούσε μια κοπελιά που με το ζόρι πάταγε το ένα πόδι κάτω.
Συνεχίσαμε και ακολουθήσαμε την παραλιακή διαδρομή όπως μας είχε πεί ο Γκουβεντς,
Κάθε τρεις και λίγο σταματάγαμε σε φανάρια, η περιοχή θυμίζει έντονα Έλλάδα λες και είμαστε στην Ρόδο, παντού ξενοδοχεία και τουρίστες και ωραίες παραλίες.
Μετά από καμιά ώρα η διαδρομή αλλάζει και γίνεται πιο ενδιαφέρουσα, με αυτά και με αυτά φτάνουμε στην αρχαία Έφεσο, παρκάρουμε γίνεται χαμός από αυτοκίνητα και λεωφορεία, πάμε να βγάλουμε εισιτήρια και τα 3 γκισέ που λειτουργούν έχουν τρελή ουρά, περιμένουμε κανα 10λεπτο και δεν έχουμε κουνηθεί καθόλου, οι Κινέζοι είναι πιο πολύ και από το ρύζι.
Η ώρα είναι 14:30 και τα στομάχια μας έχουν αρχίσει να διαμαρτύρονται έντονα.
Τα παρατάμε και ψάχνουμε να βρούμε κάτι να φάμε. Σταματάμε σε ενα τουριστάδικο και τσιμπάμε κάτι στα γρήγορα.
Φεύγουμε χωρίς να δούμε την αρχαία Έφεσο, αλλά είχαμε αρκετό δρόμο να κάνουμε μέχρι να φτάσουμε στο πρώτο ξενοδοχείο το οποίο είναι στο Ντενιζλι.
Η διαδρομή είναι όμορφη νομίζουμε ότι είμαστε στην Ελλάδα, κάναμε στάσεις μόνο για ανεφοδιασμό και σε κανά καφενείο για να πιούμε κανά αναψυκτικό, οι Τούρκοι έπιναν τσάι.
Ο δρόμος είναι επαρχιακός με μια λωρίδα και σε μερικά σημεία με 2, περνάει μέσα από αρκετές πόλεις και χωριά, δεν σταματήσαμε να βγάλουμε φωτογραφίες, το ξεχάσαμε, προσπαθούσαμε να φτάσουμε στο ξενοδοχείο.
Φτάνοντας στο Ντενισλι ο αέρας ανεβάζει ένταση και βλέπουμε από μακριά την πόλη πνιγμένη σε ένα σύννεφο σκόνης.
Ακολουθώντας τις οδηγίες φτάνουμε στο ξενοδοχείο κατά τις 6 παρά, παρκάρουμε κάνουμε τσεκ ίν , ξεφορτώνουμε την μηχανή και αράζουμε στο δωμάτιο, είμαστε ψόφιοι και οι δύο, αφήνουμε την επίσκεψη στο Παμούκαλε για την επόμενη μέρα, ο Νίκος πέφτει για ύπνο εγώ χαζεύω, έχω και λίγο δουλειά να κάνω (την παίρνω παντού μαζί μου) τον ξυπνάω κατά τις 20:30, βγαίνουμε έξω να περπατήσουμε λίγο και να βρούμε κάτι να φάμε. Βρίσκουμε ένα ταβερνείο και πέρνουμε κεμπαπ και πίνουμε και από ένα τσάι, οταν τους λέμε από που είμαστε δείχνουν να χαίρονται και μας αναφωνούν γείτονες (Comcu) γυρνάμε στο ξενοδοχείο κάνουμε από ένα ντουζάκι και πέφτουμε ξεροί για ύπνο.